Η πραγματική ιστορία του τάγματος
των Μπεκτασήδων αρχίζει την εποχή που την ηγεσία
αναλαμβάνει στις αρχές του δεκάτου
έκτου αιώνα ο Σεϊντ Αλί ή Μπαλήμ Σουλτάν,
που οι Μπεκτασήδες τιμούν σαν τον
δεύτερο μεγάλο αρχηγό τους. Ερευνητές
υποστηρίζουν ότι αυτός ήταν ο πραγματικός
ιδρυτής του τάγματος.
Γεννήθηκε στο
Διδυμότειχο, ο πατέρας του ήταν ηγούμενος
του ιστορικού τεκέ της Ρούσσας, Σερσέ
Αλή Μπαμπά, ενώ η μητέρα του ήταν μια
αιχμάλωτη χριστιανή Σερβίδα ή Βουλγάρα
πριγκίπισσα.
Ως ηγούμενος του τεκέ της Ρούσσας -θέση
που ανέλαβε μετά τον θάνατο του πατέρα
του- η φήμη του ως χαρισματικού ηγέτη
εξαπλώνεται μέχρι την Κωνσταντινούπολη.
Έτσι, ο σουλτάνος Βαγιαζήτ Β΄ το 1501 θα
του αναθέσει την οργάνωση του κεντρικού
μητροπολιτικού τεκέ των Μπεκτασήδων
στην Καππαδοκία, για να μπορέσει να
ανακόψει τις δραστηριότητες των σιϊτικών
ταγμάτων που καθοδηγούνται από τον Σάχη
του Ιράν.
Ο ίδιος ο Σουλτάνος που
συμπαθούσε τους Μπεκτασήδες θα γίνει
και αυτός μέλος της αδελφότητας, θα
χρηματοδοτήσει μάλιστα την κατασκευή
της στέγης του κεντρικού τουρμπέ. Από
αυτό και μόνον αποδεικνύεται ότι μέχρι
και την περίοδο του Μπαλήμ Σουλτάν οι
σχέσεις των Μπεκτασήδων με το σεράι
ήταν άριστες. Οι λόγοι βέβαια δεν ήταν
θρησκευτικοί αλλά απόλυτα πολιτικοί.
Οι δερβίσηδες θα προετοίμαζαν τις
πρόσφατα κατακτημένες περιοχές
πολιτιστικά και ιδεολογικά, εξασφαλίζοντας
έτσι την ομαλή ένταξη των κατοίκων στο
σύστημα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Ο Μπαλήμ οργάνωσε το τάγμα του πάνω σε
νέες εκσυγχρονιστικές βάσεις. Δεν
απέφυγε την αντιγραφή των «τυπικών»
των Βυζαντινών μοναστηριών, που προέβλεπαν
με κάθε λεπτομέρεια τον καθορισμό
συγκεκριμένου προγράμματος, λειτουργίας
και κατανομής της εργασίας. Καθόρισε
τον τρόπο διοίκησης του τάγματος και
καθιέρωσε την ιεραρχική δομή του, με
βαθμούς, προβλέποντας την εξέλιξη των
υπηρετούντων σε αυτό. Για πρώτη φορά ο
επικεφαλής Ντεντέ εκλέγεται από
συμβούλιο και επικουρείται από επιτροπή
δερβίσηδων.
Αυτός, προσπάθησε να επιβάλει
κάποια από τα χριστιανικά πρότυπα του
ορθόδοξου χριστιανικού μοναχισμού,
όπως την χρήση του κρασιού σε λατρευτικές
και μη εκδηλώσεις, την επίσημη λατρεία
της Αγίας Τριάδας (Θεός, Προφήτης, Αλή)
καθώς και των δώδεκα αποστόλων (τους
δώδεκα ιμάμηδες).
Στο τάγμα καθιερώθηκε
οι άγαμοι οπαδοί του να φορούν σκουλαρίκια,
σαν διακριτικό, αλλά και σαν «κρίκους
αφοσίωσης». Την ίδια εποχή καθιερώνεται
και το νέο διακριτικό έμβλημα το «τεμπέρ»
που αποτελείται από δύο πέλεκεις χιαστί,
σε σχήμα σταυρού. Ο δανεισμός των συμβόλων
και αρχών του Χριστιανισμού είναι
καταφανής.
Η καθιέρωση της αγαμίας των δερβίσηδων
ήταν η καινοτομία που θα προκαλέσει τις
πρώτες ρήξεις στους κόλπους του τάγματος.
Οι υποστηρικτές της αντίθετης άποψης
έλεγαν ότι ο ιδρυτής του τάγματος Χατζή
Μπεκτάς ήταν έγγαμος και οι διάδοχοί
του ήταν συγγενείς του εξ αίματος. Αν
καθιερωνόταν η αγαμία δεν θα βρισκόταν
νόμιμος διάδοχος στο μέλλον. Έτσι οι
Μπεκτασήδες θα χωριστούν σε δύο κλάδους: τους Babalar (πατέρες), αυτούς που υποστήριζαν
τον έγγαμο βίο και βρίσκονταν κυρίως
στις πόλεις, και τους «ευγενείς» που
αποτελούνταν από τους Μπεκτασήδες της
υπαίθρου. Οι τελευταίοι θα συνεργαστούν
απόλυτα με τους Αλεβήδες Σιΐτες της Μ.
Ασίας, ενώ από το 1526 και μετά θα εισχωρήσουν
στον Μπεκτασισμό οι Καλεντέρ και
Κιζιλμπάσιδες διαμορφώνοντας ένα
καινούργιο παρακλάδι.
Η εισχώρηση αυτή
θα σηματοδοτηθεί από τα προνόμια που
είχε πάρει από τον Σουλτάνο ο Μπαλήμ
για την ασυλία των μελών του. Οι διάφορες
ομάδες που θα είχαν θεωρηθεί ως σχισματικοί
και κινδύνευαν να διωχθούν από το
Σουννιτικό κράτος, τώρα απέκτησαν το
δικαίωμα του ασύλου στο πλαίσιο μιας
σφαιρικής, ανεκτικής ομπρέλας της
οργάνωσης των Μπεκτασήδων.
Οι μεταρρυθμίσεις του Μπαλήμ
Σουλτάν στην οργάνωση και λατρευτική
ζωή των Μπεκτασήδων, με χριστιανικά
τελετουργικά πρότυπα, συνετέλεσαν στην
παραπέρα προσέγγιση του Μπεκτασισμού
προς το Χριστιανισμό και τη διαφοροποίησή
του από το σουννιτικό Ισλάμ.
Το
γεγονός αυτό αποκτά μεγαλύτερη σημασία
για την επικράτηση του Μπεκτασισμού
στο χώρο της Μικράς Ασίας, γιατί
δημιούργησε τις βασικές προϋποθέσεις
για την ύπαρξη κοινών γνωρισμάτων μεταξύ
του Μπεκτασισμού και της Ορθοδοξίας. Τα
κοινά αυτά γνωρίσματα, είτε αναφέρονταν
σε σύμβολα και σε τύπους, είτε είχαν
κοινό τελετουργικό ή δογματικό
περιεχόμενο, συντελούσαν στο «κοινά
παραδεκτό» μεταξύ των οπαδών των δύο
θρησκευτικών ομάδων. Χαρακτηριστική
είναι η καθιέρωση της αγαμίας που
προαναφέρθηκε και δεν είχε υιοθετηθεί
στα πρώτα χρόνια ανάμεσα στους
Μπεκτασήδες.
Η εξέλιξη του Μπεκτασισμού με τις
μεταρρυθμίσεις του Μπαλήμ Σουλτάν θα
εδραιωθεί στο βιλαέτι της επαρχίας της
Άγκυρας, της Σεβάστειας, της Λυκίας
νοτιοδυτικά του Ικονίου, στις κουρδικές
περιοχές και οριστικά στην περιοχή της
Κριμαίας και τα Βαλκάνια.
Η Αλβανία θα
γνωρίσει τον Μπεκτασισμό, που θα
υιοθετηθεί από τους κατοίκους της και
οι παράλληλοι δρόμοι τους θα ταυτιστούν
με την ιστορική τους ύπαρξη.
Η γνώση μας για τις μυστηριακές δοξασίες
του Μπεκτασικού τάγματος είναι ελλιπής,
όπως εξάλλου και για όλα τα μυστηριακά
δόγματα, τα οποία κατά καιρούς εμφανίστηκαν
στην ιστορία του πολιτισμού. Αναφέρθηκε,
ακαθόριστα ωστόσο, ότι το Μπεκτασικό
τάγμα διέσωσε πολλά προ-ισλαμικά
θρησκευτικά στοιχεία, συνδεδεμένα με
στοιχεία δανεισμένα από το Σαμανισμό.
Υπάρχει η άποψη ότι ο Μπαλήμ Σουλτάν,
πριν αναχωρήσει από την Θράκη για την
Μικρά Ασία και πριν αναλάβει τη θέση
του ηγουμένου στον μητροπολιτικό τεκέ
των Μπεκτασήδων το 1501, πρέπει να είχε
μελετήσει τον Ορφικό μυστικισμό. Δεν
είναι τυχαίο, ισχυρίζονται νεότεροι
ερευνητές, ότι πολλές από τις δοξασίες
και μέρη από τις τελετές της λατρείας
των Καβείρων θα υιοθετηθούν από τις
μυστικές τελετές των Μπεκτασήδων.
Ο Μπεκτασισμός απετέλεσε ένα τρόπο ζωής
του πιστού που ήταν αλληλένδετος με
τη μουσική, το πιοτό, την ποίηση, τα
όργανα και γενικά την χαρούμενη ζωή. Η
θρησκευτική αυτή διάσταση είχε άμεσες
συνέπειες στην ανθρώπινη ψυχή του
πιστού.
O ουσιαστικός μεταρρυθμιστής
του τάγματος Μπαλήμ Σουλτάν πέθανε το
1516 και ετάφη στον κεντρικό τεκέ των
Μπεκτασήδων στην Καππαδοκία, ενώ το
μαυσωλείο του αποτελεί μέχρι σήμερα
τόπο προσκυνήματος των Αλεβήδων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου