Παρασκευή 29 Δεκεμβρίου 2017

Υπατία η Αλεξανδρινή: μια "παράπλευρη απώλεια"!

Η τραγική μορφή της Υπατίας ήταν το σύμβολο της συντριβής των Εθνικών.
Κόρη του Θέωνος, διάσημου αλεξανδρινού μαθηματικού, που της δίδαξε μαθηματικά και στρονομία. Όμορφη και ευφυής, ασχολήθηκε με τη φιλοσοφία. έγραψε σχόλια σε παλαιότερους συγγραφείς και δίδαξε τα συστήματα διαφόρων φιλοσοφικών σχολών.
Είχε πολυάριθμους μαθητές, μεταξύ των οποίων και κάποιοι ψευτο-χριστιανοί, που ασπάστηκαν προσχηματικά τη νέα θρησκεία προκειμένου να κάνουν καριέρα, ανεβαίνοντας στα ανώτερα πολιτικά και εκκλησιαστικά αξιώματα. 
Ένας τέτοιος ήταν κι ο μεγαλογαιοκτήμονας Συνέσιος απ’ την Κυρηναϊκή, που έγινε επίσκοπος Πτολεμαΐδος, αλλά ποτέ δεν σταμάτησε να επικοινωνεί και να εκφράζει το θαυμασμό του στην Υπατία.
Τα τελευταία χρόνια το πρόσωπο της Υπατίας ήρθε πάλι στην επικαιρότητα ως σύμβολο του αντιχριστιανικού-αντιεκκλησιαστικού μετώπου. Κι έτσι έχουμε το φαινόμενο το πρόσωπό της να εξιδανικεύεται και οι απόψεις της να υπερεκτιμούνται.
Η αλήθεια είναι πως η Υπατία δεν έχει να επιδείξει ούτε κάτι πρωτότυπο ούτε και κάτι προοδευτικό. Ήταν βαθιά ποτισμένη με την σκοταδιστική νοοτροπία των νεοπλατωνιστών, την οποία υιοθέτησε σε μεγάλο ποσοστό κι ο χριστιανισμός.
Η Υπατία υποτιμούσε το ανθρώπινο σώμα, που το θεωρούσε "σωρό σκουπιδιών". Σε κάποιον που την είχε ερωτευτεί του έδειξε τα πανιά της έμμηνης ρήσης της και του είπε "Αυτά έχεις ερωτευτεί νεαρέ και δεν υπάρχει εδώ τίποτα το ωραίο"!
Οι καιροί που έζησε η Υπατία ήταν πολύ σκοτεινοί και άγριοι. Μπορούμε να πούμε πως ο τραγικός της θάνατος ήταν μια παράπλευρη απώλεια ευρύτερων πολιτικών και θρησκευτικών συγκρούσεων. Απλά, το γεγονός πως ήταν Εθνική και γυναίκα την έκανε πιο ευάλωτη, ένα εύκολο θύμα...
Ο Έπαρχος της Αλεξάνδρειας Ορέστης, αν και χριστιανός, ήρθε σε σύγκρουση με τον θεοκρατικής αντιλήψεως επίσκοπο Αλεξάνδρειας Κύριλλο, ανιψιό του επισκόπου Θεόφιλου, που μια γενιά νωρίτερα ήταν ο ηθικός αυτουργός της καταστροφής του λαμπρού Σεράπειου.
Εκείνη την εποχή δεν υπήρχαν ποδοσφαιρικές ομάδες για να φανατίζεται και να εκτονώνεται ο όχλος. Το κενό το αναπλήρωναν οι ιπποδρομιακοί και θεατρικοί όμιλοι, που συναγωνίζονταν στα δημόσια θεάματα και αποκτούσαν φανατικούς οπαδούς, τις λεγόμενες "φατρίες", που τις χειραγωγούσαν οι επιτήδειοι.
Αυτές οι "φατρίες" αντιστοιχούσαν σε πολιτικές και θρησκευτικές κοινότητες, που συγκρούονταν μεταξύ τους με το πρόσχημα των δημόσιων θεαμάτων (όπως συνέβη και στη λεγόμενη "στάση του νίκα" στην Κωνσταντινούπολη). 
Σχεδόν κάθε Σάββατο συγκρούονταν στην Αλεξάνδρεια οι πολυάριθμες φατρίες των Χριστιανών και των Εβραίων. 
Όταν λέμε για αλεξανδρινούς χριστιανούς εκείνη την εποχή εννοούμε τα μεγαλύτερα αποβράσματα της κοινωνίας, κάτι σαν τους λιμενεργάτες του Πειραιά την περίοδο του μεσοπολέμου, που ο καλύτερος είχε σκοτώσει τη μάνα του!
Ο Έπαρχος Ορέστης, βλέποντας πως η δημόσια τάξη διασαλεύεται προσπαθεί να περιορίσει την επιρροή των θρησκευτικών ηγετών, και κυρίως του Κύριλλου. 
Ο τελευταίος επιστρατεύει μια ομάδα 500 φανατικών μοναχών της ερήμου, απ’ αυτούς που είχαν συγκρατήσει "τάγματα θανάτου" για την εξολόθρευση των εθνικών και την καταστροφή των αρχαίων ιερών, και οργανώνει εξέγερση κατά του Ορέστη.
Στα πλαίσια αυτής της εξέγερσης, που είχε πολλά επεισόδια που δεν είναι του παρόντος, εμπλέκεται άθελά της η Υπατία, την οποία εκτιμούσε αφάνταστα και την είχε μυστικοσύμβουλο ο Ορέστης. 
Όταν αυτή επέστρεφε από ένα ταξίδι της, συλλαμβάνεται απ’ τους χριστιανούς παρακρατικούς, οδηγείται στο πρώην κέντρο της αυτοκρατορικής λατρείας, το Καισάρειον, που είχε μετατραπεί σε πατριαρχική έδρα, και κομματιάζεται με χτυπήματα από σπασμένα αγγεία. Τα απομεινάρια της επιδεικνύονται στους δρόμους της Αλεξάνδρειας και στη συνέχεια καίγονται.
Η επίσημη χριστιανική δικαιολογία ήταν πως η Υπατία υποδαύλιζε τη σύγκρουση Ορέστη-Κύριλλου. 
Τελικά, κανείς απ’ τους εγκληματίες δεν τιμωρήθηκε, κι ας ήταν γνωστός ένας τουλάχιστον απ’ τους πρωταγωνιστές του φριχτού γεγονότος, ο αναγνώστης (κατώτερος κληρικός) Πέτρος.
Οι Χριστιανοί ποτέ δεν ζήτησαν συγγνώμη ούτε δήλωσαν μεταμέλεια για το ειδεχθές έγκλημά τους. Επιπλέον, για να ξεχαστεί, έφτιαξαν το παραμύθι της δήθεν χριστιανής "φιλοσόφου και μάρτυρος" Αικατερίνης, που ασφαλώς είναι ένα ανύπαρκτο πρόσωπο...

Σάββατο 23 Δεκεμβρίου 2017

Αν χρειάζεσαι τον Θεό, τότε υπάρχει!

Ας αντιγράψουμε μια μικρή ιστορία απ’ τον Μπέρτολτ Μπρεχτ:
Κάποτε ρώτησε κάποιος έναν φίλο του:
- Υπάρχει Θεός;
- Γιατί σε απασχολεί; Μήπως θ’ αλλάξει η συμπεριφορά σου ανάλογα με την απάντηση; Αν όχι, η ερώτηση δεν έχει σημασία. Αν ναι, έχεις ήδη αποφασίσει πως χρειάζεσαι τον Θεό...

Δευτέρα 18 Δεκεμβρίου 2017

Χριστιανοί και Μπεκτασίδες (του θεολόγου Σταύρου Βαλλίδη) ΙΘ’ - Πώς εξισλαμίστηκε η Μικρά Ασία

Η πληθυσμιακή σύνθεση της Μικράς Ασίας, στα χρόνια του Βυζαντίου θα προκύψει από συνένωση παλαιών φυλών, κυρίως Μικρασιατών, αλλά και από μετανάστες από την Ανατολή, αλλά και από την δυτική Ευρώπη. 
Πολιτιστικά, οικονομικά  και θρησκευτικά στοιχεία θα συνενωθούν και θα συγχωνευτούν κάτω από την ηγεσία του ισχυρού αυτοκράτορα διαμορφώνοντας τον Ελληνισμό της Μικράς Ασίας. Όσο διάστημα ο Βυζαντινός αυτοκράτορας ήταν ισχυρός, τόσο η συνοχή των κατοίκων ήταν ενιαία.
Το Βυζάντιο την περίοδο αυτή βρισκόταν στην χειρότερη κρίση της ιστορίας του. Οι εμφύλιοι πόλεμοι ακολουθούσαν ο ένας τον άλλον. Οι ξένες δυνάμεις είχαν κατορθώσει να έχουν λόγο στις εσωτερικές διαμάχες της πρωτεύουσας.
Μετά την άνοδο στον αυτοκρατορικό θρόνο, ο Μιχαήλ Η΄ (1259-1282), έλαβε μια σειρά οικονομικών μέτρων, αυξάνοντας την φορολογία, καθώς και διαρθρωτικών πάνω στην ασφάλεια των παραμεθορίων περιοχών. 
Κατήργησε τις φορολογικές απαλλαγές των ακριτών και τους αντικατέστησε με εφήμερους μισθοφόρους που δεν είχαν καμιά σχέση με τον ντόπιο πληθυσμό. (Αλανούς, Καταλανούς, Τατάρους κλπ.) που τους καταδυνάστευαν και το μοναδικό ενδιαφέρον τους ήταν η αύξηση των παροχών τους. 
Θέσπισε την αναγκαστική στράτευση των ημιαυτόνομων πλουσίων γαιοκτημόνων, ενώ τα οικονομικά μέτρα έπλητταν κυρίως τους τοπικούς οικονομικούς παράγοντες, με αποτέλεσμα να παραλύσει η άμυνα. Ο οργανωμένος στρατός της περιοχής άρχισε να διαλύεται, ενώ ικανά στελέχη του για βιοποριστικούς λόγους άλλαζαν επάγγελμα ή ακόμη αυτομολούσαν στην πλευρά των Τουρκομάνων. 
Με τη διάλυση του στρατού επέρχεται πλήρης κατάρρευση του εμπορίου και των συναλλαγών στις πόλεις, ενώ η ύπαιθρος αρχίζει να εγκαταλείπεται και να ερημώνει, μετά από την ανασφάλεια που επικρατεί από τις συνεχείς επιδρομές ληστρικών συμμοριών.
Οι ταλαιπωρημένοι και αποδεκατισμένοι χριστιανικοί πληθυσμοί της υπαίθρου περιμένουν μάταια την βοήθεια από την κεντρική εξουσία και τον αυτοκράτορα που παρά τις υποσχέσεις δεν έρχεται ποτέ. Η μέχρι τώρα δοκιμασμένη και επιτυχημένη συνταγή της βυζαντινής διπλωματίας, που συστηματοποιήθηκε οριστικά από τον Ιουστινιανό και ήταν συνδυασμός στρατιωτικής πίεσης, πολιτικής ευφυΐας, δωροδοκίας, θρησκευτικής προπαγάνδας, δεν είχε κανένα απολύτως ουσιαστικό αποτέλεσμα. 
Χωριά στην ενδοχώρα της Μικρασίας αποδεκατίζονται και πολλές φορές εξαφανίζονται από τον χάρτη εξαιτίας των συνεχών λεηλασιών από ορδές των Ιρανικών Τουρκομανικών και Μογγολικών φύλων. Το δίλλημα για τους κατοίκους της ήταν να φύγουν στις ελεύθερες και ασφαλείς ακόμη περιοχές της αυτοκρατορίας, ή να καταφύγουν στις δυσπρόσιτες βουνοκορφές ή στις δαιδαλώδεις υπόγειες πολιτείες της Καππαδοκίας. Διαφορετικά θα έπρεπε να υποταγούν στις ορέξεις των κατακτητών.
Μεγάλες και παλαιότερα ισχυρές πόλεις στα παράλια καταλαμβάνονται από τους Λατίνους. Σε πολλές περιπτώσεις καθόλο τον 14ο αιώνα ο Πατριάρχης της Κωνσταντινούπολης, αναγκάζεται να ανακατατάξει τις μητροπόλεις του, άλλες να καταργήσει ή να συνενώσει, γιατί ο χριστιανικός πληθυσμός είχε αραιωθεί. Συγκεκριμένα αναφέρεται ότι από τις 400 και πλέον επισκοπές που υπήρχαν στα τέλη του 14ου αιώνα είχαν απομείνει 3 και από τις 71 μητροπόλεις μόνον 17.
Η προσφιλής τακτική των Οθωμανών κατακτητών ήταν να καταλαμβάνουν πρώτα τα χωριά της υπαίθρου, αποκόπτοντας τις πόλεις από ανεφοδιασμό αναγκαίων καταναλωτικών προϊόντων, αναγκάζοντας τους κατοίκους να παραδοθούν. Στην περίπτωση μεγάλης αντίστασης εκ μέρους των πολιορκημένων, πρότειναν τη λύση του συμβιβασμού, αρκεί η πόλη να γινόταν φόρου υποτελής στον κατακτητή και να κατέβαλε σχετική φορολογία.
Από την άλλη πλευρά, οι αυτόμολοι στρατιώτες γίνονται δεκτοί από τους Τούρκους σαν σύμμαχοι και οδηγοί τους. Όταν οι Οσμανλίδες εμφανίζονται να καταλαμβάνουν την εύφορη Βιθυνία πολιορκούν την Προύσα και την Νίκαια και οι αυτόμολοι επιβεβαιώνουν την πραγματική τους δύναμη. Περνούν το μήνυμα στους κατοίκους της υπαίθρου ότι οι Σουλτάνοι θα αποτελέσουν τους αντικαταστάτες των Βυζαντινών αυτοκρατόρων. Μάλιστα και οι δύο μεγάλες πόλεις της Βιθυνίας που προαναφέραμε παραδόθηκαν στους Οθωμανούς ύστερα από μακρόχρονο αποκλεισμό και για να περισώσουν τουλάχιστον ότι τους είχε απομείνει, να μη πουληθούν σαν σκλάβοι στα παζάρια της Ανατολής.
Μετά από όλ αυτά, το αποτέλεσμα ήταν ο αγροτικός πληθυσμός ή να μεταναστεύσει σε πιο ασφαλείς περιοχές ή να συνεργαστεί μαζί τους, να τους αναγνωρίσει σαν μελλοντικούς ηγεμόνες και σε πολλές περιπτώσεις να προσχωρήσει στον Ισλαμισμό.
Οι βυζαντινοί άρχοντες της περιοχής έχοντας αποκοπεί από την κεντρική εξουσία της Κωνσταντινούπολης, όχι μόνον δεν συνενώνονται μεταξύ τους με τα στρατεύματα που διέθεταν κατά του κοινού εχθρού, αλλά απεναντίας λειτουργούν και αυτοί σαν τουρκομάνοι πλιατσικολόγοι. 
Σε πολλές περιπτώσεις μάλιστα πολεμούν μεταξύ τους, έχοντας στο πλευρό τους Οθωμανούς φυλάρχους. Το 1263 ο Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγος κυνηγημένος από τους σφετεριστές του θρόνου Λατίνους βρίσκει άσυλο στην αυλή των Σελτζούκων. Όταν στην συνέχεια θα ξαναγυρίσει ως νικητής στην Κωνσταντινούπολη, θα εγκρίνει την εγκατάσταση δέκα με δώδεκα χιλιάδων τουρκομάνων με τον ηγεμόνα τους, τον Μπεκτασή Σαλτούκ ντεντέ, στην περιοχή Δοβρουτσά στα παράλια του Εύξεινου πόντου.
Ειδικότερα την περίοδο της Μογγολικής επιδρομής πολλές ήταν οι περιπτώσεις που Τούρκοι ηγεμόνες ζητούσαν και ελάμβαναν βοήθεια από τον Βυζαντινό Αυτοκράτορα, είτε αυτό ήταν η παραχώρηση κάποιου βυζαντινού φρουρίου είτε ενός παραμεθόριου οχυρού.
Αργότερα τον 15ο αιώνα Χριστιανοί συνεργάτες των Οθωμανών θα καταρτίσουν ειδικό σώμα που θα ανήκει στις στρατιωτικές τους δυνάμεις αυτό των martolos (αμαρτωλός) και θα τοποθετηθούν στα σύνορα, κάτι σαν τους φύλακες της υπαίθρου που υπήρχαν και επί Βυζαντίου.
Αυτό αποδεικνύει ότι οι συνεργασίες αυτές δεν θα γινόταν εύκολα αν υπήρχαν έντονες θρησκευτικές ή φυλετικές διακρίσεις. Πολλοί είναι οι αξιωματούχοι Χριστιανοί που συναλλάσσονται ή προσχωρούν στις τάξεις των Οσμανλίδων ή ασπάζονται την θρησκεία τους, προσβλέποντας σε υλικά οφέλη ή αξιώματα. Μάλιστα, μερικοί από αυτούς θα αποτελέσουν τους ιδρυτές αριστοκρατικών Οθωμανικών οικογενειών.
Οι Τούρκοι βρίσκουν και καταλαμβάνουν τεράστιες εκτάσεις ακαλλιέργητες, σχεδόν κατεστραμμένες, ιδιοκτησίες μοναστηριών ή μεγαλο-γαιοκτημόνων που είχαν έρθει σε ανοικτή αντιπαράθεση με τον Μιχαήλ τον H’. Δίνουν προνόμια στους ‘καταπιεσμένους’ λαούς της περιοχής, για να τους πάρουν με το μέρος τους, προσφέρουν αγρούς στους επήκοους άκληρους χριστιανούς που ήξεραν να καλλιεργούν την γη, κάτι το οποίο ως νομάδες κτηνοτρόφοι αγνοούσαν παντελώς.
Καθοριστικό ρόλο σε αυτή την επιδίωξη θα παίξουν οι δερβίσηδες που συνοδεύουν την πολεμική μηχανή των Οθωμανών σε όλες τις μετακινήσεις. Στόχος η εδραίωση της κυριαρχίας στις κατεκτημένες περιοχές. 
Οι Σουλτάνοι παραχωρούν μεγάλες αγροτικές εκτάσεις στα δερβίσικα τάγματα, αφού είχαν εγκαταλειφθεί από τους ιδιοκτήτες τους. Αυτοί με την σειρά τους επιδιώκουν με κάθε τρόπο την επάνδρωση των κτημάτων με γεωργούς Χριστιανούς, που γνώριζαν με επιτυχία την γεωργία. Γύρω από κάθε μεγάλο τεκέ θα δημιουργηθούν καινούργιοι εποικισμοί με νέα χωριά, ενώ με το χρόνο, οι κατατρεγμένοι Χριστιανοί θα επανέλθουν σε ρυθμούς πιο φυσιολογικούς.
Η φορολογία παραμένει η ίδια που κατέβαλαν στους Βυζαντινούς φοροεισπράκτορες ή και μειώνεται, έχοντας τώρα την ασφάλεια που εξασφάλιζαν οι Οθωμανοί ηγεμόνες. Αρκετές είναι οι περιπτώσεις που ολόκληρες πόλεις απαλλάσσονταν από τον φόρο, χάριν στην γενναιοδωρία ενός Οθωμανού άρχοντα. 
Η δικαιοσύνη και η ασφάλεια προς τους υπηκόους τους θα αποτελέσει για τους πρώτους Οθωμανούς χρέος και καθήκον. Στόχο τους ήταν η οικονομική ανάπτυξη και η ευημερία του πληθυσμού διότι γνώριζαν καλά, ότι έτσι μόνον θα εισέπρατταν δύναμη και κύρος. 
Οι αγρότες από την άλλη πλευρά είχαν πειστεί ότι μόνον με την υποταγή τους στον Οσμάν (1299-1326) θα εξασφάλιζαν την ζωή και την περιουσία τους. Μια μελλοντική επικράτηση των Βυζαντινών θα επέφερε την άρση των προνομίων τους, την αφαίρεση της νέας τους ιδιοκτησίας και θα επανέρχονταν στο παλιό γνώριμο ομιχλώδες τοπίο των προηγούμενων χρόνων. Έτσι η ζωή τους είχε πλέον συνδεθεί με την επιτυχία του νέου τους ηγεμόνα.
Η μειωμένη φορολογία και η ανεκτικότητα στις αιρέσεις από τους Σελτζούκους στην αρχή και τους Τούρκους στη συνέχεια θα αποτελέσει τη δημιουργία μιας ταυτότητας επίπλαστων Μουσουλμάνων. Η κάθε αίρεση διατήρησε την ιδιαιτερότητά της και ‘κατ οικονομία’ εισήλθε στα πλαίσια του Ισλάμ.
Οι αντιθέσεις είχαν μεταλλαχθεί από πολιτικές σε κοινωνικές. Η αδιαφορία της κεντρικής εξουσίας ή ακόμη και η αδυναμία για προσφορά εγγυήσεων, στους κατοίκους της επαρχίας, όπου επικρατούσε η αναρχία και η ανασφάλεια, είχε σαν συνέπεια την αναζήτηση ενός νέου προστάτη έστω και αλλόφυλλου. 
Ο Χριστιανός αγρότης πάσχιζε απεγνωσμένα για την επιβίωσή του δίνοντας οτιδήποτε για να την εξασφαλίσει, ακόμη και την πίστη του, γι’ αυτό στο πρόσωπο του Τούρκου κατακτητή βρέθηκε ο προστάτης που τόσο είχε ανάγκη.
Η πολιτικοκοινωνική και θρησκευτική κίνηση των ζηλωτών φέρνει στην επιφάνεια τις έριδες των ησυχαστών. Την περίοδο αυτή το κίνημα των ησυχαστών παρουσιάζει μια μυστικο-ασκητική εικόνα.
Οι θρησκευτικές έριδες αυτή τη φορά αποκτούν μορφή χιονοστιβάδας και ταρακουνούν συθέμελα την αυτοκρατορία. Ομάδες ησυχαστών καταφεύγουν στην Ανατολή, που ήταν συνηθισμένος τόπος εξορίας. Εξ άλλου είχαν προηγηθεί οι αρειανοί, οι εικονομάχοι και πολλοί άλλοι.
Όπως είναι γνωστό στον Μικρασιατικό χώρο από τους προϊστορικούς ακόμη χρόνους συντελείται μια θεαματική ανάμιξη φυλών και λαών. Πληθυσμοί με διαφορετική κουλτούρα και δυναμισμό, που είτε παραμένουν στον χώρο είτε τον χρησιμοποιούν σαν εφαλτήριο, για την παραπέρα πορεία τους μέχρι την τελική εγκατάστασή τους. Όπως ήταν φυσικό παρατηρούνται αλληλεπιδράσεις τόσο στις κοινωνικές τους συνήθειες, όσο και στις θρησκευτικές τους αντιλήψεις. 
Από τον 6ο αιώνα π.χ. ακόμη, κάτω από το πρίσμα ενός θρησκευτικού συγκρητισμού και την ανάμειξη των διαφορετικών θρησκειών, διαμορφώνονται οι μυστικιστικές γνώσεις και δυνάμεις των ιερέων, που θεωρούν ότι αποτελούν τους συνεχιστές των ιερέων- μάγων των Περσών του Ζωροάστρη.

Παρασκευή 15 Δεκεμβρίου 2017

Χριστιανοί και Μπεκτασίδες (του θεολόγου Σταύρου Βαλλίδη) ΙΗ’ - Η σχέση Γενιτσάρων-Μπεκτασίδων

Ο θεσμός των γενιτσάρων (γενί τσερί, δηλ. νέο στράτευμα) υιοθετήθηκε από τους Οθωμανούς επί της βασιλείας του σουλτάνου Ορχάν (1326-1359). Κύριος οργανωτής του νέου σώματος ήταν ο Καρά Χαλίλ Τσεντερλί. 
Το σώμα των γενιτσάρων επανδρωνόταν από παιδιά Χριστιανών που αφαιρούνταν διά της βίας από τους γονείς τους (ντεβσιρμέ, παιδομάζωμα). Απαγορευόταν η στρατολόγηση νέων που είχαν περάσει στην μετεφηβική ηλικία ή παιδιών που είχαν μεγαλώσει στις πόλεις, διότι θα ήταν έξυπνα και έτσι δεν θα μπορούσαν να διαμορφωθούν, όπως θα απαιτούσε η εκπαιδευτική τακτική του Σώματος. Τα παιδιά αυτά θεωρούνταν ως σκλάβοι του Σουλτάνου. 
Μετά το τέλος του 16ου αιώνα στο σώμα γίνονται δεκτοί ολοένα και περισσότεροι Τούρκοι, και μάλιστα, τους παραχωρήθηκε το δικαίωμα του γάμου. Τα παιδιά των γενιτσάρων, θα γίνουν δεκτά και αυτά να επανδρώσουν το σώμα, με αποτέλεσμα ο θεσμός του παιδομαζώματος να ατονήσει. 
Στον ελληνικό χώρο αναφέρεται σαν τελευταία επιχείρηση για παιδομάζωμα το 1705 στη Νάουσα, που μάλιστα δεν πραγματοποιήθηκε λόγω της αντίδρασης των κατοίκων.
Ο θεσμός του παιδομαζώματος ήταν αντίθετος προς τις επιταγές του Ισλάμ, που απαγορεύει δια της βίας εξισλαμισμό των απίστων, αλλά εξασφάλιζε την σίγουρη στρατιωτική ισχύ και μάλιστα από νέους εκπαιδευμένους νεοφώτιστους ισλαμιστές που θα είχαν εντονότερο το στοιχείο για κατάκτηση και ενσωμάτωση νέων περιοχών στην αυτοκρατορία, αλλά και την μετάδοση της θρησκείας.
Το σώμα των γενιτσάρων ήταν χωρισμένο σε ομάδες με ιεραρχική δομή, διαφορετικές στολές και σύμβολα αναγνώρισης. Τα πιο χαρακτηριστικά εμβλήματά τους ήταν ‘η κουτάλα’ και η χύτρα. Τα ονόματα των αξιωματικών του σώματος πάρθηκαν από το μαγειρείο. Ζωμοποιός, τζορμπαντζής, αρχιμάγειρας, υδροφόρος κλπ.
Το νέο σώμα τέθηκε υπό την προστασία του Χατζή Μπεκτάς και διατήρησε στενές σχέσεις με τους Μπεκτασήδες, αν και, η σχέση αυτή μπορεί να καθιερώθηκε μεταγενέστερα από τους οπαδούς του τάγματος και η πραγματική σχέση να ήταν ένας μύθος. 
Η δημιουργία των σχέσεων αυτών τονώθηκε και σταθεροποιήθηκε αμέσως. Μάλιστα το κάλυμμα στις στολές τους, «ο κετσές», όπως μας αναφέρει ο ιστορικός Χάμμερ, προέρχεται από την ευλογία του δερβίση Χατζή Μπεκτάς. Ενώ, ένα άλλο είδος καλύμματος, «το ουσκούφ», που είναι ίδιο με το κάλυμμα των Μεβλεβήδων, καθιερώθηκε από τον Σουλεϊμάν γιού του Ορχάν, ως ευλάβεια προς τον ιδρυτή του τάματος Τζελαλεντίν Μεβλανά Ρούμι.
Οι Μπεκτασήδες συμπαθούσαν τους Χριστιανούς, αφού είχαν δανειστεί ένα πλήθος χριστιανικών ιδεών και συμβόλων στην καθημερινή λατρεία και τελετουργία τους. 
Από την άλλη πλευρά, για τους νεαρούς γενιτσάρους οι θρησκευτικές λειτουργικές διαδικασίες και το φιλελεύθερο θρησκευτικό πνεύμα των Μπεκτασήδων αποτελούσε εύπεπτη τροφή, και δεν απείχε από τα ακούσματα των παιδικών τους χρόνων, από αυτά των Χριστιανικών οικογενειών που κατάγονταν. Οι γενίτσαροι τιμούσαν πολλούς Αγίους που οι Μπεκτασήδες είχαν δανειστεί από τους συγκατοίκους τους Χριστιανούς. Ειδικότερα όμως λάτρευαν τον Αρχάγγελο Μιχαήλ τον ρομφαιοφόρο και τον αποκαλούσαν «Τζαναλιτζή» - δηλ. «ψυχοβγάλτη».
Σε καμιά περίπτωση οι νεοφώτιστοι αξιωματούχοι γενίτσαροι δεν ξεχνούσαν τον τόπο που τους γέννησε και το περιβάλλον της παιδικής τους ηλικίας.
Υποστηρίζεται ότι η ιδέα της γέννησης του σώματος των γενιτσάρων εξελίχθηκε σε σώμα ένοπλων μοναχών δερβίσηδων που μάχονταν κατά των αλλοπίστων. 
Αν λάβει κανείς υπόψη του ότι ο Χατζή Μπεκτάς ευλόγησε τους ίδιους και τα όπλα τους για να νικούν πάντα και τους απεκάλεσε «μέλη της δικής του οικογένειας», εξηγείται ότι ενώ είναι στρατιώτες, συγχρόνως ανήκουν και σε ένα θρησκευτικό τάγμα, αυτό των Μπεκτασήδων. Αν και δεν ταιριάζει σε καμία περίπτωση ιστορικά και χρονολογικά η ίδρυση του τάγματος των γενιτσάρων με την περίοδο που έζησε ο Χατζή Μπεκτάς, παρόλα αυτά ένας πολύ μεγάλος αριθμός θρύλων και ιστοριών τον συνδέουν μαζί τους.
Υπάρχει η άποψη του Χάμμερ ότι πιθανόν αυτό που δόθηκε ως αφορμή για την μίμηση του νέου στρατιωτικού θεσμού, ήταν τα χριστιανικά τάγματα των σταυροφόρων οι Ναΐτες, ιππότες της Ρόδου με τους οποίους και μοιάζουν. 
Τα στρατεύματα του Ορχάν ήρθαν για πρώτη φορά σε επαφή μαζί τους όταν κατέλαβαν την Σμύρνη. Επίσης, θρησκευτικό καταλύτη απετέλεσε η ένταξη κάθε γενιτσάρου στην αδελφότητα του τάγματος των Μπεκτασήδων.
Πολλές φορές οι γενίτσαροι δεν τελούσαν τις θρησκευτικές τους υποχρεώσεις, προσεύχονταν όποτε ήθελαν και όπως ήθελαν ενώ αν τους παρατηρούσαν γι’ αυτή την ανάρμοστη συμπεριφορά τους, αποκρίνονταν ότι είχαν μόνιμη άδεια από τον θρησκευτικό τους ηγέτη, τον Χατζή Μπεκτάς.
Συμπερασματικά διαφαίνεται ότι η σχέση γενιτσάρων και Μπεκτασήδων έγινε πολύ αργότερα από τον 14ο αιώνα. Όλοι οι θρύλοι και οι δοξασίες, επινοήθηκαν από την ηγεσία των Μπεκτασήδων με στόχο την «άλωση» του σώματος των γενιτσάρων, απομυζώντας μέρος της δύναμης τους, που το σώμα σίγουρα κατείχε. Αυτός είναι και ο λόγος της παράλληλης πορείας τους μέσα στον χρόνο.
Στα τέλη του 16ου αιώνα η παρουσία των Μπεκτασήδων αποτελεί μέρος του στρατεύματος. Οκτώ δερβίσηδες διέμεναν καθημερινά στους στρατώνες των γενιτσάρων και προσεύχονταν υπέρ της επιτυχίας της αυτοκρατορίας και των όπλων των γενιτσάρων. Οι επικεφαλείς τους γίνονται αξιωματικοί. Μάλιστα στις επίσημες τελετές και παρελάσεις, προπορεύονται του Αγά και με την συνοδεία δερβίσηδων προσεύχονται και ψέλνουν μεγαλόφωνα για την επιτυχή έκβαση του στρατού. Από την συνεύρεση και επισημοποίηση των σχέσεων με τους γενίτσαρους, άρχισαν να παραχωρούνται μεγάλες δωρεές στους Μπεκτασήδες και «προίκες» στα μοναστήρια τους και ιδρύματά τους από την κεντρική εξουσία του σουλτάνου.
Οι γενίτσαροι ήταν χωρισμένοι σε τάγματα και συχνά χάραζαν με τατουάζ στο σώμα τους το έμβλημα του τάγματός τους. Αποχωρούσαν από το στράτευμα μόνον λόγω ηλικίας ή τραυματισμού. Η εκτέλεση των γενιτσάρων που υπέπεσαν σε κάποιο σοβαρό παράπτωμα γινόταν νύκτα στο φρούριο του Ρούμελι Χισάρ και τα πτώματά τους ρίχνονταν στον Βόσπορο.
Η επιτυχία του θεσμού των γενιτσάρων βασίστηκε και στο ότι τα μέλη τους ήταν άγαμα για όλο εκείνο το διάστημα που υπηρετούσαν στο σώμα. Το μόνο που τους απασχολούσε ήταν η καλύτερη εκτέλεση των καθηκόντων τους. 
Δεν είναι τυχαίο ότι η διάλυση του τάγματος ξεκίνησε χρονικά όταν τους δόθηκε η δυνατότητα να παντρεύονται και να τεκνοποιούν. Το σώμα των γενιτσάρων, απέκτησε σοβαρή πολιτική ισχύ μετά τον θάνατο του Οσμάν του Β΄ το 1622, σε βαθμό ώστε να είναι σε θέση να επιβάλλει και να ανατρέπει ηγεμόνες. 
Το 1826 επί του Σουλτάνου Μαχμούτ Β΄, επετεύχθη η βίαιη κατάργηση του θεσμού των γενιτσάρων, σε συνδυασμό με την επίσημη κατάργηση του τάγματος των Μπεκτασήδων.

Σάββατο 9 Δεκεμβρίου 2017

Ο ρόλος του Αμβρόσιου Μεδιολάνων στην καταστροφή του ελληνο-ρωμαϊκού πολιτισμού!

Η στάση του αυτοκράτορα Θεοδόσιου απέναντι στους Εθνικούς ήταν αρχικά προσεκτική. Τα σκληρά μέτρα κατά των εθνικών λατρειών τα πήρε κυρίως μετά το 391 μ.Χ. 
Πολλοί αποδίδουν αυτή τη μεταστροφή στην επιρροή του επισκόπου Μεδιολάνων Αμβρόσιου, ενός πρώην ανώτατου αξιωματούχου, που οι πολιτικές γνώσεις και το εκτόπισμά του τον έκαναν πολύ διαφορετικό απ’ τους χριστιανούς επισκόπους της Ανατολής, που οι περισσότεροι ήταν διαλλακτικοί.
Ο Αμβρόσιος εμπόδισε τον Θεοδόσιο να τιμωρήσει το 388 μ.Χ. μια εγκληματική ομάδα χριστιανών μοναχών που έκαψαν στον Ευφράτη μια Συναγωγή και κατέστρεψαν ένα ιερό της γνωστικής αίρεσης των Βαλεντιανών.
Τα δραματικά γεγονότα της Θεσσαλονίκης του 390 μ.Χ. ξανάφεραν στο πολιτικό προσκήνιο τον Αμβρόσιο. 
Ο γερμανικής καταγωγής στρατιωτικός διοικητής του Ιλλυρικού Βουτέριχος φυλάκισε έναν δημοφιλή αρματηλάτη επικαλούμενος ένα διάταγμα που καταδίκαζε την ομοφυλοφιλία. Πίσω απ’ τη δίωξη κρυβόταν ένα ερωτικό πάθος αντιζηλίας καθώς ο ομοφυλόφιλος Βουτέριχος φοβήθηκε μην χάσει τον εραστή του οινοχόο που πολιορκούσε ο αρματηλάτης.
Ο λαός της Θεσσαλονίκης βρήκε αφορμή να εξεγερθεί ενάντια στην παραμονή των γερμανικών στρατευμάτων στην πόλη τους και λίντζαρε τον Βουτέριχο και πολλούς αξιωματικούς του. Ως αντίποινα ο Θεοδόσιος διέταξε τη γνωστή σφαγή στο ιπποδρόμιο της πόλης.
Ο Αμβρόσιος, με τη σειρά του, δεν άφησε να πάει χαμένη η ευκαιρία. Δήθεν συγκλονισμένος απ’ το αιματοκύλισμα, αρνήθηκε να προσφέρει τη θεία κοινωνία στον αυτοκράτορα, ζητώντας του να μετανοήσει και να εξιλεωθεί. 
Στην πραγματικότητα, αυτό που ο πονηρός δεσπότης εννοούσε με τον όρο "μετάνοια" ήταν να λάβει ο Θεοδόσιος σκληρά μέτρα κατά των Εθνικών, όπως και έγινε. 
Το τι ακολούθησε το γνωρίζουμε. 
Π.χ. στην Αλεξάνδρεια, ο εκεί επίσκοπος Θεόφιλος ενήργησε ως κοινός προβοκάτορας. Διακωμώδησε δημοσίως κάποια εθνικά ιερά, ξέσπασαν ταραχές, οι Εθνικοί για να γλιτώσουν έσπευσαν να οχυρωθούν στον λαμπρότερο ναό της εποχής, το Σεραπείο, οπότε οι χριστιανοί, με τη βοήθεια του στρατού, βρήκαν την τέλεια πρόφαση να το καταστρέψουν συθέμελα!
Κατά το γκρέμισμα του θαυμαστού ναού ήρθαν στο φως και κάποιοι εσωτερικοί τοίχοι καλυμμένοι με ιερογλυφικά όπου, μεταξύ άλλων, υπήρχαν και κάποια σχήματα που έμοιαζαν με σταυρό. Αυτό είναι αλήθεια, καθώς πρόκειται για το γνωστό σήμερα σύμβολο "ανχ", που στην αρχαία Αίγυπτο δήλωνε τη "μέλλουσα ζωή".
Φυσικά, η χριστιανική προπαγάνδα το εκμεταλλεύτηκε δόντως. Διέδωσε πως οι εθνικοί θεοί εξαφανίστηκαν μόλις εμφανίστηκε ο σταυρός που έκρυβαν στον κόρφο τους! Επιπλέον, έθεταν στους Εθνικούς το αφελές για σήμερα αλλά τότε πανίσχυρο ερώτημα: "Αν οι Θεοί σας είναι υπαρκτοί και ζωντανοί γιατί δεν αντιδρούν στην καταστροφή των ιερών τους;".
Πρόκειται ακριβώς για το ίδιο επιχείρημα που επικαλούνταν κι οι Οθωμανοί όταν μετέτρεπαν σε τζαμιά τις χριστιανικές εκκλησίες: "Αν ο Θεός σας είναι υπαρκτός και αληθινός θα αντιδρούσε. Αφού δεν αντιδρά είτε είναι ψεύτικος είτε συμφωνεί με την επικράτηση του Ισλάμ"!
Τελικά, όλα εδώ πληρώνονται...

Τρίτη 5 Δεκεμβρίου 2017

Χριστιανοί και Μπεκτασίδες (του θεολόγου Σταύρου Βαλλίδη) ΙΖ’ - Το μυστήριο του Χατζή Μπεκτάς

Η πίστη, οι δοξασίες και οι παραδόσεις που αναφέρονται στον Χατζή Μπεκτάς υπήρξαν πολύ πιο πριν από αυτόν στις τουρκομανικές κοινωνίες. 
Ο Μπεκτασισμός καθώς και η λαϊκή του μορφή, όπως παρουσιάζεται από αυτούς που αποκαλούμε Αλεβήδες (Alevi) και Κιζιλμπάσιδες (Kizilbas), διαδόθηκε σε μια περιοχή που περιλαμβάνει την Μικρά Ασία, τα Βαλκάνια, από την Ρουμανία μέχρι την Αλβανία, καθώς επίσης, την περιοχή γύρω από το Ιρανικό Αζερμπαϊτζάν με διαφορετικά ονόματα.
Σε μερικές περιοχές της Μικρασίας, ο Χατζή Μπεκτάς δεν είναι ο κύριος άγιος, αλλά ένας από τους πολυάριθμους σεβάσμιους αγίους. Έτσι στους Κιζιλμπάσιδες του Ντελή Ορμάν (kizibas Deli Orman), που ασκούσαν τις ίδιες ιεροτελεστίες και μετείχαν στις ίδιες δοξασίες με τους Αλεβήδες της Ανατολίας, αναγνωρίζουν τον Χατζή Μπεκτάς σαν έναν από τους αγίους τους, χωρίς να του δίδουν την πρώτη θέση. 
Άλλοι υποστηρίζουν ότι στο σώμα του Χατζή Μπεκτάς ‘εγκαταστάθηκε’ η ψυχή του Μουσουλμάνου μυστικιστή Sultan Sahak, που έδρασε στην περιοχή του σημερινού Κουρδιστάν. Θρυλικό πρόσωπο, που μνημονευόταν μεταξύ των κατοίκων της περιοχής, σαν ένα πρόσωπο με μεταφυσικές ιδιότητες. Οι οπαδοί των Μπεκτασήδων θα δανειστούν τα κατορθώματα και τα θαύματά του και θα τα μεταφέρουν στον δικό τους άγιο τον Χατζή Μπεκτάς. Θα τον δούμε να ταξιδεύει πάνω σε έναν «τοίχο» ή καβάλα σε ένα άγριο λιοντάρι ή να εξημερώνει ένα ελάφι.
Ο Μπεκτασισμός σαν ιδέα μπορεί να υπήρξε και εκτός από τον Χατζή Μπεκτάς, αλλά αποκρυσταλλώθηκε γύρω από το όνομά του. Αν δοκιμάσουμε να προσδιορίσουμε τον Μπεκτασισμό μπορούμε να πούμε ότι είναι μια δοξασία, μια θεωρία με έντονο το λαϊκό στοιχείο, στην οποία αναμείχθηκαν διάφορα διάσπαρτα στοιχεία. 
Μέχρι σήμερα, οι οπαδοί του συνεχίζουν να τελούν με απαράμιλλο ενθουσιασμό όλες εκείνες τις συνήθειες και τελετουργίες που εδώ και αιώνες πραγματοποιούσαν.
Εντούτοις, δίπλα στην λαϊκή δοξασία υπήρχε ένας κλάδος αστικός, καλλιεργημένος που μπορούμε να τον ξεχωρίσουμε από τις λαϊκές μάζες. Αν αναλύσουμε τις αρχές του Μπεκτασισμού διαπιστώνουμε ότι έχει μια μυστικιστική μορφή των Σούφι.
Η πρώτη αναφορά ευρωπαίου συγγραφέα που γίνεται για τους Μπεκτασήδες και τον ιδρυτή του τάγματος, είναι από τον Γεώργιο εξ Ουγγαρίας, που αποκτά τις γνώσεις του περνώντας ένα μεγάλο διάστημα ως αιχμάλωτος των Τούρκων στην περιοχή του Εσκί Σεχίρ, στις αρχές του 15ου αιώνα. Τον αναφέρει ως άγιο και προστάτη των προσκυνητών.
Το Βιλαγετναμέ (Vilayetname) αναφέρεται στην ζωή την δράση και τα θαύματα του Χατζή Μπεκτάς. Οι περισσότερες από τις πληροφορίες που μας δίνει απέχουν πολύ από την αλήθεια και δεν μπορούν να συμβιβαστούν με την ιστορική πραγματικότητα. Αυτό οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι γράφτηκε πολλά χρόνια μετά τον θάνατο του Χατζή Μπεκτάς, επί τη βάσει των προφορικών παραδόσεων και όχι αξιόπιστων αποδεικτικών εγγράφων και στοιχείων. Μας δίνει την αίσθηση τα μετέπειτα χρόνια οι αρχές του τάγματος να έχουν υποστεί σημαντικές τροποποιήσεις και να έχουν χάσει την αρχική τους ταυτότητα υπό την πίεση των εξωτερικών συνθηκών. 
Υπάρχει η άποψη, ότι η εξιστόρηση της ζωής του Χατζή Μπεκτάς ήταν έργο του Φιρντεβζί ο Μακρύς γνωστού λογίου που έζησε το δεύτερο μισό του 15ου αιώνα και εξυπηρετούσε σκοπιμότητες του Σουλτάνου Βαγιαζήτ Β΄(1481-1512). Την περίοδο αυτή υπήρχε η επιδίωξη από την πύλη μέσω των Μπεκτασήδων να προσέλθουν στις τάξεις του Ισλάμ οι άναρχες νομάδες των ειδωλολατρών τουρκομάνων που μαίνονταν την κεντρική και ανατολική Μικρά Ασία.

Παρασκευή 1 Δεκεμβρίου 2017

Χριστιανοί και Μπεκτασίδες (του θεολόγου Σταύρου Βαλλίδη) ΙΣΤ’ - Το Τάγμα των Μπεκτασήδων

Όπως προαναφέρθηκε το βασικό και απαραίτητο στοιχείο που απαιτείται για την ίδρυση ενός σούφικου τάγματος είναι ή ύπαρξη του ιδρυτή, ενός αγίου ή ενός χαρισματικού Γέροντος, γύρω από την διδασκαλία του οποίου αποκρυσταλλώθηκε το τάγμα. 
Στους Μπεκτασήδες η κατάσταση είναι πολύ διαφορετική. Ο Χατζή Μπεκτάς, που έδωσε και το όνομα του στο τάγμα, μας είναι περισσότερο γνωστός από μύθους. Οπωσδήποτε όμως υπήρξε. Το όνομά του αναφέρεται σε ένα ‘χρονικό’ των πρώτων Οθωμανών και σε μία ‘αφήγηση’ αγιογραφική (συναξάρι).
Κατά τον ερευνητή Ζεγκίνη ο Χατζή Μπεκτάς Βελή γεννήθηκε στην πόλη Νισαπούρ της επαρχίας Χορασάν στην Περσία. Περιοχή από την οποία υποστηρίζεται από ιστορικούς ότι έλκουν την καταγωγή τους οι Οσμανλίδες Τούρκοι. Οι απόψεις για την ακριβή ημερομηνία γέννησής του διίστανται, αλλά οι νεώτεροι ερευνητές που ασχολήθηκαν με τη ζωή και το έργο του, κατέληξαν ότι έζησε τον 13ο αιώνα και συγκεκριμένα ως ημερομηνία γέννησης δέχονται το έτος 1209, ενώ ημερομηνία θανάτου του το 1271.
Κατά την περίοδο που ο Χατζή Μπεκτάς έζησε στο Χορασάν δεν υπάρχουν ιστορικές μαρτυρίες, αλλά παραδόσεις, σύμφωνα με τις οποίες ο Χατζή Μπεκτάς σε πολύ νεαρή ηλικία κάνει αισθητή την παρουσία του πραγματοποιώντας ένα πλήθος θαυμάτων. 
Τα πρώτα χρόνια της εφηβείας του γίνεται υποτακτικός του ενάρετου σεΐχη Λόκμαν Περεντέ, μαθητού του ιδρυτή του τάγματος των Γεσεβήδων, Σείχη Αχμέτ Γεσεβή, από τον οποίο και μυήθηκε στο δερβίσικο τάγμα του.  
Με τον δάσκαλό του Λόκμαν Περεντέ πηγαίνει για προσκύνημα στην Μέκκα, από όπου αποκτά το πρώτο συνθετικό του ονόματός του Χατζή. Η φήμη του ως ενάρετου και χαρισματικού μυστικιστή εξαπλώνεται γρήγορα. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα ο Χότζα Αχμέτ Γεσεβή να τον ορίσει και να τον αποστείλει ως εκπρόσωπο του στους Δερβίσηδες της Μικράς Ασίας.
Νεότερες μαρτυρίες υποστηρίζουν ότι ο Μπεκτάς περνά πρώτα από τους ιερούς προσκυνηματικούς τόπους των Μουσουλμάνων Νετζέφ, Μέκκα, Ιεροσόλυμα και Χαλέπι και παίρνει τον τίτλο του Χαντζή. Μάλιστα κρατά νηστεία σαράντα ημερών, θα αποσυρθεί στην περιοχή της Καππαδοκίας κοντά στο χωριό Σούλουτζα Καραχογιούκ που σήμερα φέρει το όνομά του, «Χατζή Μπεκτάς». 
Θα περάσει την ζωή του σαν ερημίτης, αναχωρητής. Αναφερόμαστε σε μια περιοχή όπου ζούσε διαχρονικά πλήθος Χριστιανών ασκητών (πολύ κοντά στην μοναστική πολιτεία του Γκιόρεμε). Ο τόπος λοιπόν που επέλεξε και εγκαταστάθηκε ο Χατζή Μπεκτάς ήταν ένας τόπος κατεξοχήν μοναστηριακός, ήταν ο τόπος που γεννήθηκαν και μεγαλούργησαν πλήθος πατέρων της Ορθοδοξίας. 
Εδώ αρχίζει τη δράση του το κίνημα των Μπεκτασήδων, που θα επηρεαστεί σε μεγάλο βαθμό από τους γηγενείς κατοίκους της Καππαδοκίας. Η έντονη θρησκευτική ζωή των Ορθοδόξων Χριστιανών κατοίκων της περιοχής, θα βάλει το στίγμα της στις ιδεολογικές επιλογές και λατρευτικές δοξασίες του κινήματος. Αυτός ήταν και ο λόγος της επιλογής του Χατζή Μπεκτάς σαν τόπος ασκητισμού. 
Συνηθιζόταν εξ άλλου να επανδρώνουν τα εγκαταλειμμένα κελιά και τις χριστιανικές μονές, δερβίσηδες Μουσουλμάνοι. Συνέχιζαν την μοναστική παράδοση στην περιοχή, ασκώντας τα καθήκοντά τους. Η πρώτη πιο γνωστή περιοχή στην Μικρά Ασία, Μουσουλμάνων αναχωρητών είναι ο Όλυμπος της Βιθυνίας. Ενώ ιερές μονές που επανδρώθηκαν από δερβίσηδες είναι πάμπολλες στην περιοχή, με χαρακτηριστικότερη αυτή του Αγίου Χαρίτωνος στο Ικόνιο από το τάγμα των Μεβλεβήδων, και του Αγίου Χαραλάμπους στο Κιρσεχίρ στην Καππαδοκία από τους Μπεκτασήδες. 
Σύμφωνα με τον ιστορικό Fuad Koprulu, δεν ίδρυσε ο ίδιος κάποιο τάγμα και δεν είχε μαθητές. Το τάγμα που φέρει το όνομά του θεμελιώθηκε μετά τον θάνατό του, αλλά οι πληροφορίες που έχουμε δεν μας επιτρέπουν να γνωρίζουμε, πότε έγινε η πρώτη επίσημη συνάθροιση. 
Ανάμεσα στους πρώτους μαθητές του τάγματος, ο ιστορικός αναφέρει τον Αμτάλ Μουσά που ήταν μαθητής της Καντιντσίκ Άνα, πνευματικής συζύγου του Χατζή Μπεκτάς. Ο Αμτάλ θα αποτελέσει, τον πνευματικό ιδρυτή του τάγματος των Γενιτσάρων. Εξ άλλου είναι φανερό ότι το τάγμα των Μπεκτασήδων ήταν σε στενή σχέση με τους πρώτους Οθωμανούς.