Παρασκευή 23 Φεβρουαρίου 2024

Παλαιοχριστιανοί και Άμις (από hellasjournal.com)

 

Η Παλαιοχριστιανική περίοδος (4ος-7ος αιώνας μ.Χ.) αρχίζει με την ίδρυση της Κωνσταντινούπολης από το Μ. Κωνσταντίνο το 330 μΧ και τη μεταφορά της έδρας της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας από τη Ρώμη. Η μετατόπιση του κέντρου βάρους στην Ανατολή, καθώς και η θέσπιση του χριστιανισμού ως επίσημης θρησκείας του κράτους, άλλαξαν το πρόσωπο της αυτοκρατορίας.

Το όνομα Ρωμανία σημαίνει «Χώρα των Ρωμαίων» και αποτελεί ενδώνυμο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Ο όρος απαντάται για πρώτη φορά το 330 μΧ. και από το 476 μΧ αρχίζει να σημαίνει αποκλειστικά την Ανατολική Αυτοκρατορία με πρωτεύουσα την Κωνσταντινούπολη (Βυζάντιο).

Η καταγωγή του όρου μας εξηγεί και γιατί τον επιλέγει η παλαιοχριστιανική κοινότητα της Κορινθίας, τα μέλη της οποίας δεν αισθάνονται Έλληνες.

Λίγες δεκαετίες μετά τη διακήρυξη του Καρακάλλα, σύμφωνα με την οποία οι ελεύθεροι άρρενες της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας είχαν το δικαίωμα να γίνουν Ρωμαίοι πολίτες, το όνομα Ρωμανία άρχισε να χρησιμοποιείται αντί του Imperium Romanum (που σημαίνει Κράτος των Ρωμαίων). Εκείνη την εποχή ο όρος Έλληνας ταυτιζόταν με όσους λάτρευαν ακόμη το Δωδεκάθεο και κατά συνέπεια παρέπεμπε σε παράνομες θρησκευτικές ιδέες και απιστία προς το κράτος. Οι ελληνόφωνοι προτίμησαν έτσι την ταυτότητα του «Ρωμαίου» αντί του «Έλληνα». 

Στις συνθήκες εκείνων των αιώνων λοιπόν δηλώνει ότι «επιστρέφει» η αίρεση των παλαιοχριστιανών της Κορινθίας – η οποία αποστρέφεται την επιστημονική πρόοδο και την τεχνολογία (κάτι που σε καμία περίπτωση όμως δεν συνέβαινε στο Βυζάντιο). Για αυτό και θα λέγαμε περισσότερο θυμίζουν τους Άμις, όπως και οι ίδιοι παραδέχονται.

Τι είναι και πώς ζουν οι Άμις

Οι Άμις είναι τα μέλη μιας χριστιανικής ομολογίας της αναβαπτιστικής προτεσταντικής παράδοσης, που εμφανίστηκε τον 17ο αιώνα στην Ελβετία και στη Γερμανία. H Eκκλησία των Άμις ιδρύθηκε ουσιαστικά μετά το σχίσμα με τους Αναβαπτιστές με ηγέτη τον Γιάκομπ Άμαν. Μετανάστευσαν κατά τον 18ο αιώνα στην Αμερική και κυρίως στην Πενσυλβάνια, όπου ήταν σεβαστή από νωρίς η ανεξιθρησκία. Στις κοινότητές τους έως και σήμερα συνεχίζουν να χρησιμοποιούν μία ιδιαίτερη διάλεκτο γερμανικών. Δεν έρχονται σε συναστραφή με ανθρώπους εκτός κοινότητας.

 Είναι υπερσυντηρητικοί Χριστιανοί, απρόθυμοι να υιοθετήσουν τις ανέσεις της σύγχρονης τεχνολογίας, ζουν σε κοινόβια, καλλιεργούν μόνοι τους την τροφή τους και ράβουν μόνοι τα ρούχα τους, που παραπέμπουν σε παλαιότερες εποχές. Για την ένδυση, την υπόδηση, το κούρεμα, το χτένισμα και γενικότερα ό,τι έχει να κάνει με την εμφάνιση ακολουθούνται συγκεκριμένοι κανόνες από άνδρες, γυναίκες και παιδιά και κανείς δεν έχει την επιλογή να διαφοροποιηθεί. Όλες οι δράσεις της καθημερινότητας – ακόμη και το πώς και πόσο θα κοιμούνται – ορίζονται από τους κανόνες της εκκλησίας.

 Οι Άμις μαθαίνουν να απορρίπτουν το Hochmut (αλαζονεία, υπεροψία”) και να ακολουθούν το Demut (“ταπεινοφροσύνη”). Ουσιαστικά απαγορεύεται να έχουν δική τους βούλυση. Πρέπει να υποταχθούν στο θέλημα τού Θεού.

Η υποταγή στο θέλημα του Θεού και ο αντιατομικισμός των Αμίς είναι ο λόγος για τον οποίο απορρίπτουν τεχνολογίες που θα διευκόλυναν την ατομική εργασία και την απεξάρτηση του ατόμου από την κοινότητα.

Ο γάμος είναι δυνατός μόνο μεταξύ μελών της εκκλησίας των Άμις, για αυτό και καταγράφονται υψηλά ποσοστά ενδογαμίας, γενετικών διαταραχών και βρεφικής θνησιμότητας.

Παρασκευή 16 Φεβρουαρίου 2024

Η κοσμική γνώση και φιλοσοφία ως υπηρέτριες της Θεολογίας

 

Ο Τερτυλλιανός, που έζησε κι αυτός γύρω στο 200 μ.Χ., εκφράζει μια τελείως διαφορετική θεολογία απ' τους Κλήμη και Ωριγένη. Αυτός ακολουθεί περισσότερο τη θεολογία του Παύλου. Κατ' αρχήν αναγνωρίζει πως η κοσμική γνώση και η φιλοσοφία κατέχουν "ίχνη αλήθειας" και προσφέρουν μια "σκιώδη γνώση" του Θεού. Αλλά προτάσσει την πίστη και τη θεία αποκάλυψη και απορρίπτει κάθε εξορθολογισμό και "εξελληνισμό" του χριστιανικού δόγματος. 
Σταδιακά φτάνει στο σημείο να απορρίπτει τελείως τη φιλοσοφία ως άχρηστη και επικίνδυνη για τη θεία αποκάλυψη και πηγή κάθε αιρέσεως. Σε βάθος χρόνου οι θέσεις του Τερτυλλιανού κυριαρχούν στην Ανατολή, στον λεγόμενο θεολογικό στοχασμό των ασκητών της ερήμου. Η αντίθετη άποψη, του εξορθολογισμού και εξελληνισμού, επικρατεί στη Δύση και η μεταξύ τους σύγκρουση εκδηλώνεται συνοπτικά στη διαμάχη μεταξύ Γρηγορίου Παλάμά και Βαρλαάμ. 
Οι Οικουμενικές Σύνοδοι με το δογματικό τους έργο κράτησαν μια ισορροπημένη στάση. Αποδέχθηκαν την κοσμική γνώση και φιλοσοφία ως "θεραπενίδες", δηλαδή υπηρέτριες της θεολογίας. Και τις χρησιμοποίησαν τόσο για τη διατύπωση του χριαστινικού δόγματος όσο και για την αντιμετώπιση των αντίθετων θεολογικών θέσεων και αιρέσεων.

Παρασκευή 9 Φεβρουαρίου 2024

Η περίπτωση του Ιερού Αυγουστίνου

 

Ο Ιερός Αυγουστίνος αποτελεί από μόνος του μια ολόκληρη θεολογική κατηγορία. Προσδιόρισε τη δυτική θεολογική σκέψη πολύ περισσότερο απ' ό,τι ο Ωριγένης την ανατολική.
Ο Αυγουστίνος πέρασε από πολλά πνευματικά στάδια. Αρχικά θα λέγαμε πως ξεκίνησε ως Σκεπτικιστής. Στη συνέχεια στράφηκε με πάθος στη Φιλοσοφία και κυρίως στα έργα του Κικέρωνα. Τον συγκινούσε ιδιαίτερα η τάση του να επιλέγει απ' τα διάφορα φιλοσοφικά ρεύματα τα στοιχεία εκείνα που θεωρούσε εκλεκτότερα. Αλλά εγκατέλειψε και τη φιλοσοφία καθώς δεν έβρισκε σε αυτή το όνομα του Ιησού Χριστού με το οποίο τον είχε γαλουχήσει η μητέρα του.
Αρχικά απογοητεύτηκε απ' την απλοϊκότητα της Αγίας Γραφής και έτσι στράφηκε προς τους Μανιχαίους, οι οποίοι ως "γνωστικοί" υπόσχονταν την ανεύρεση της αλήθειας δια της "γνώσεως" κι όχι δια της πίστεως. 
Στους Μανιχαίους βρήκε απάντηση και στο πρόβλημα του καλού και κακού που τόσο τον απασχολούσε. Η προέλευση του Κακού από μια μεταφυσική αρχή του Σκότους, που ουσιαστικά απάλλασσε το άτομο από την ενοχή, κάπου τον ανακούφιζε. 
Εννέα χρόνια αργότερα εγκατέλειψε τον μανιχαϊσμό και κατέφυγε στον Νεοπλατωνισμό. Πλέον γι' αυτόν ο Θεός δεν είναι ένα υλικό-αισθητό φως αλλά φύση πνευματική. Έτσι βαδίζει προς την πλήρη "εξαϋλωση" της Αγίας Γραφής και δια του υλικού γραμματος αναζητά το κρυμμένο πνεύμα της. Με άλλα λόγια αποδέχεται την αλληγορική ερμηνεία που αναζητά μέσα από τις απλοϊκές διατυπώσεις και περιγραφές τα βαθύτερα νοήματα.
Παρά την εξέλιξη της σκέψης του, ο Αυγουστίνος δεν μπόρεσε ποτέ να απαλλαγεί απ' τη νεοπλατωνική επιρροή. Συνοπτικά οι σχετικές επιδράσεις στη σκέψη του μπορούν να εντοπιστούν στα εξής σημεία:
- Απορρίπτει τον "έξω" και "αισθητό" κόσμο. Για την προσέγγιση του Θεού επιλέγει τον "εσωτερικό δρόμο". "Μη βαδίζεις προς τα εκτός. Στρέψου προς τα μέσα σου. Εκεί θα βρεις την Αλήθεια".
-  Ο Θεός εκλαμβάνεται κυρίως ως Εν και Μονάδα. Η τριαδικότητα περνάει σε δεύτερη μοίρα, όπως και η νεοπλατωνική "τριας".
-  Διαχωρίζει σαφώς την ψυχή απ' το σώμα, θεωρώντας πως μόνο η Ψυχή είναι ο "καθαυτόν άνθρωπος", ενώ το Σώμα είναι απλό όργανό της.
- Εξαίρει υπερβολικά το υπερβατικόν του Θεού, με συνέπεια να εισάγει ως οδό θεογνωσίας τη λεγόμενη αποφατική ή αρνητική θεολογία, η οποία δίνει έμφαση στο τι δεν είναι ο Θεός κι όχι στο τι είναι.

Σάββατο 3 Φεβρουαρίου 2024

Αν είναι να σωθούμε όλοι, τότε... "ας τα κάνουμε όλα πουτάνα"!

 

Μια ιδιόμορφη περίπτωση "γνωστικού" θεολόγου ήταν και ο Ωριγένης. Ο μεγαλύτερος ίσως δογματικός θεολόγος της Ανατολής, έστω κι αν εκ των υστέρων κάποιες από τις απόψεις του καταδικάστηκαν από την επίσημη Εκκλησία ως "αιρετικές".
Ο Ωριγένης δεν έδειχνε διάθεση να υπακούει τυφλά στα κελεύσματα της τότε εκκλησιαστικής ηγεσίας. Και οδηγήθηκε σε κάποιες υπερβολές, όπως αυτοευνουχισμός και ενθάρυνση μαρτυρίου.
Όμως η πλέον αμφιλεγόμενη θεωρία του ήταν αυτή της "αποκατάστασης των πάντων". 
Μη μπορώντας να αποδεχθεί την αιώνια κόλαση των αμαρτωλών και θέλοντας να παρουσιάσει ένα λιγότερο σκληρό πρόσωπο του Θεού, υποστήριξε πως υπάρχει ένα συγκεκριμένο "θείο σχέδιο" που αποβλέπει, μέσω της προσωρινής τιμωρίας, στην τελική συγχώρεση όλων των αμαρτωλών, ακόμα και των δαιμόνων. 
Με τον τρόπο αυτό τα πάντα θα αποκατασταθούν, δηλαδή θα επανέλθουν στην αρχική άγια κατάσταση, όπως ακριβώς βγήκαν από τα χέρια του Δημιουργού ("αρχαίον κάλος").
Κατά τον Ωρισγένη "ο Θεός αγάπη εστίν και πάντας ανθρώπους θέλει σωθήναι". Άρα κάποια στιγμή θα σώσει τα πάντα και τους πάντες!
Η Εκκλησία καταδίκασε τη συγκεκριμένη θέση όχι τόσο γιατί ήταν αντίθετη στο πνεύμα του Ευαγγελίου, όσο γιατί, κατά τη γνώμη της, περνούσε "λάθος μήνυμα στους ανθρώπους". 
Αν οι απλοϊκοί πιστοί δεχθούν πως κάποια στιγμή θα σωθούν, ποιος ο λόγος να συνεχίσουν να είναι πιστά μέλη της Εκκλησίας και γιατί να υφίστανται εκουσίως τόσες στερήσεις και απαγορεύσεις; Θα τα έκαναν... όλα πουτάνα... και απλά θα περίμεναν την αποκατάσταση των πάντων!
Πάντως με τον Ωριγένη συμφωνεί και ο Ντοστογιέφσκι που έγραψε πως "δεν υπάρχει αμαρτία μεγαλύτερη από την αγάπη του Θεού"...