Πέμπτη 27 Αυγούστου 2020

Οθωμανοί και Εκκλησία...

 
Η επίσημη εκκλησία προσπαθεί συστηματικά και με κάθε τρόπο να αποκρύψει και συσκοτίσει τον πραγματικό της ρόλο την εποχή της οθωμανικής κατάκτησης. Προσπαθεί να παρουσιάσει τον εαυτό της λίγο ως πολύ "θύμα" του τουρκικού ζυγού και να μας πείσει πως "έκανε αντίσταση". Φυσικά, η πραγματικότητα είναι τελείως διαφορετική.
Οι Οθωμανοί δεν ήταν καθόλου τόσο μπουταλάδες όσο κάποιοι θέλουν να μας τους παρουσιάσουν. Γνώριζαν εξ αρχής πως για να εξασφαλίσουν τη μεγαλύτερη δυνατή εκμετάλλευση των κατακτημένων περιοχών έπρεπε να εξασφαλίσουν τη συνέχεια του ρωμαϊκού κράτους, θέτοντας τους θεσμούς και την άρχουσα ελίτ στην υπηρεσία τους. Και η χριστιανική εκκλησία ήταν ο ιδανικός μηχανισμός όχι μόνο καταστολής των υποταγμένων Ρωμιών αλλά και ένας ήδη καλά οργανωμένος και καλοκουρδισμένος φορολογικός και εξουσιαστικός μηχανισμός.
Έτσι, οι Οθωμανοί ενέταξαν την εκκλησία στις επίσημες δομές του κράτους τους. Ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως δεν ήταν απλά ο θρησκευτικός και πολιτικός ηγέτης των Ρωμιών, αλλά και ένας υψηλός αξιωματούχος του οθωμανικού κράτους. Λίγο κάτω απ' τον πρωθυπουργό-βαζύρι!
Τα προνόμια που οι Οθωμανοί έδωσαν στην εκκλησία απέβλεπαν ακριβώς στην ομαλή ενσωμάτωσή της στις επιδιώξεις του πολυπολιτισμικού και πολυθρησκευτικού κράτους τους. Και φυσικά δεν δόθηκαν χωρίς ισχυρά ανταλλάγματα. Έτσι, η Εκκλησία ανέλαβε, εκτός απ' το να διοικεί, δικάζει και φορολογεί τους πιστούς της, δύο πολύ σημαντικά καθήκοντα: α) να κρατάει υποταγμένους και νομιμόφρονες τους πιστούς της και β) να καλλιεργεί με ένταση τον αντι-παπισμό ώστε να μην υπάρχουν περιθώρια επέμβασης των χριστιανών της Δύσης στα εσωτερικά του κράτους. Εννοείται πως κάθε αποτυχία των ηγετών της εκκλησίας συνεπαγόταν αυστηρότατες ποινές, ίδιες με τις αντίστοιχες των άλλων οθωμανών αξιωματούχων (καθαίρεση, εξορία, αποκεφαλισμός κ.λπ.).
Κατά κανόνα οι οθωμανικές αρχές σεβάστηκαν τη χριστιανική θρησκεία και πίστη. Παρά τα εκκλησιαστικά ψεύδη, δεν υπήρξαν βίαιοι εξισλαμισμοί. Αντιθέτως, η κεντρική εξουσία συχνά επενέβαινε για να αποτρέψει εκούσιους μαζικούς εξισλαμισμούς πληθυσμών. Οι χριστιανοί υπήκοοι ήταν αναγκαίοι για το κράτος, για φορολογικούς και πολλούς ακόμα λόγους.
Κάπως έτσι η εκκλησία μετατράπηκε σε κράτιος εν κράτει. Απέκτησε τεράστια οικονομική δύναμη και πολιτική επιρροή. Μετατράπηκε σε "εθναρχία των Ρωμιών", επεμβαίνοντας σε κάθε πτυχή ακόκα και της προσωπικής τους ζωής. Ο ανώτερος κλήρος αποφάσιζε ακόμα και ποια θρησκευτικά βιβλία θα διαβάζουν οι πιστοί. Όχι την Αγία Γραφή, που με τα αινιγματικά της χωρία δημιουργούσε παρεξηγήσεις, αλλά μόνο τους Ψαλμούς και τα Συναξάρια. Με άλλα λόγια, πούλα παραμύθι στο λαό!
Παράλληλα η προπαγάνδα της Εκκλησίας συνδέει την οθωμανική κυριαρχία με τη θεία τάξη. Προβάλει το ιδανικό της παθητικότητας και υποταγής. Άλλωστε η σωτηρία θα δοθεί στην "άλλη ζωή". Κι αν κάποιοι τολμούσαν να επαναστατήσουν, χαρακτηρίζονταν στοιχεία κακοποιά, αντίθεα, αχάριστα στην τροφό και αήττητη βασιλεία του Σουλτάνου. Και, εννοείται, έπεφτε πάνω στα κεφάλια τους βαρύς ο πέλεκυς του "μεγάλου αφορισμού"!

Παρασκευή 21 Αυγούστου 2020

Ερμηνεία λόγων Ιησού (Ζ' - Η δύναμη της πίστης)

Στο κατά Ματθαίον ευαγγέλιο (ια, 24) υπάρχει μια χαρακτηριστική φράση που δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητη. Λέει ο Ιησούς: "Επειδή η πίστη έχει τόση δύναμη, γι' αυτό σας λέω πως όσα ζητήσετε στην προσευχή σας να πιστεύετε πως θα τα λάβετε και θα σας γίνουν"!
Το χωρίο αυτό μου πρκάλεσε αρχικά μεγάλη εντύπωση. Γιατί περιγράφει πολύ χαρακτηριστικά τη δύναμη μιας πίστης κάπως γενικής και αόριστης. Δεν λέει "η πίστη στα λόγια μου", ή "η πίστη στον ουράνιο Πατέρα". Λέει μόνο "η πίστη". Τελεία και παύλα!
Το βαθύτερο περιεχόμενο της φράσης αυτής μπόρεσα να το ξεκλειδώσω πολύ αργότερα στη ζωή μου, μελετώντας θρησκειολογία (αυτή που αποφεύγουν σαν ο διάολος το λιβάνι οι εκπρόσωποι της Εκκλησίας) και ειδικότερα τη μεγάλη παράδοση των ανατολικών θρησκειών, παρακλάδι των οποίων είναι και ο χριστιανισμός.
Έχουμε, λοιπόν, και λέμε: ακούσατε ποτέ για τον "νόμο της έλξης"? Είναι μια φιλοσοφικο-θρησκευτική πεποίθηση που τη συαντάμε με διάφορες ονομασίες και παραλλαγές. Σε αυτόν τον νόμο υπάγεται, π.χ., και η γνωστή φράση του Κοέλο πως "αν θες κάτι πάρα πολύ, όλο το σύμπαν θα συνωμοτήσει για να το πραγματοποιήσεις".
Συνοπτικά, ο νόμος αυτός περιλαμβάνει τα εξής βήματα, που ταιριάζουν απόλυτα και με τη διδασκαλία του Ιησού:
α) Αρχικά ξεκαθαρίστε τι ακριβώς θέλετε. Πρέπει να είστε συγκεκριμένοι και σαφείς. Αν στείλετε στο Σύμπαν συγκεχυμένα μηνύματα, θα λάβετε και ανάλογα αποτελέσματα.
β) Το δεύτερο βήμα είναι να το ζητήσετε. Δεν έχει τόσο σημασία με ποιον τρόπο. Μπορείτε να το φωνάξετε σε ένα δάσος, να το γράψετε σε ένα χαρτί, να το ψυθιρίσετε στον διαλογισμό ή στην προσευχή σας. Ζητήστε και θα λάβετε, δεν είπε κι ο Ιησούς?
γ) Το τρίτο βήμα είναι να πιστέψετε πέρα από κάθε αμφιβολία και αμφισβήτηση πως αυτό που ζητήσατε θα γίνει. Η πίστη μέχρι και βουνά μετακινεί, έτσι δεν είπε κι ο Ιησούς?
δ) Το τέταρτο και τελευταίο βήμα, στο οποίο δεν εστίασε ιδιαίτερα ο χριστιανισμός, είναι να πιστέψετε πως ό,τι ζητήσατε έχει έρθει ήδη στη ζωή σας. Να αισθάνεστε, π.χ., ήδη πλούσιοι, με μια υπέροχη δουλειά, μια τέλεια σύζυγο κ.λπ. Πρόκειται για το υπέρτατο στάδιο της πίστης. Στην ουσία είναι ένα αυτοπαραμύθιασμα που όμως μπορεί να λειτουργήσει στα πλαίσια της αυθυποβολής.

Παρασκευή 14 Αυγούστου 2020

Πετάει ο γάιδαρος? Πετάει!

Και ποιος δεν ξέρει το μοναστικό τάγμα των Ιησουιτών της ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας? Για μας, τους "ανατολικούς", η λέξη Ιησουίτης είναι συνώνυμο της θρησκευτικής υποκρισίας...
Ο ιδρυτής του τάγματος, ο Ιγνάτιος Λοϊόλα, είχε πει το περιβόητο... "για να μείνουμε πάντα κοντά στην αλήθεια και να μην εξαπατηθούμε σε τίποτα πρέπει να έχουμε ως σταθερή αρχή πως ακόμη κι αν κάτι το βλέπουμε ως άσπρο, να δεχόμαστε πως είναι μαύρο αν έτσι αποφασίσει η ηγεσία της Εκκλησίας"!
Οι Ιησουίτες μοναχοί, τη μέρα που γίνονται μέλη του τάγματος, εκτός απ' τον καθιερωμένο μοναστικό όρκο για ακτημοσύνη, αγνότητα και υπακοή, δεσμεύονται και υπόσχονται ακράδαντη υποταγή στον Πάπα. Προτιμούν να πάνε στην κόλαση μαζί με τον Πάπα, παρά να σωθούν χωρίς αυτόν...
Αλλά είπαμε... η ιησουίτικη υποκρισία δεν συγκρίνεται με καμία. Η υποταγή στον Πάπα ισχύει μόνο εφόσον τα συμφέροντα του τάγματος δεν επιβάλλουν το αντίθετο. 
Έτσι, π.χ., το 1773 μ.Χ. ο πάπας κλήμης ΙΔ' διέταξε τη διάλυση του τάγματος των ιησιυιτών, προφανώς γιατί δεν  μπορούσε να το ελέγξει απόλυτα. Και τι έκαναν οι φίλτατοι Ιησουίτες? Αντί να αποδεχθούν την παπική απόφση και να διαλυθούν, αυτοί κατέφυγαν στην Πρωσσία και Ρωσία όπου ο Πάπας δεν μπορούσε να επιβάλλει τις αποφάσεις του με τη δύναμη των όπλων. 
Κι έμειναν εκεί οργανωμένοι και συνεχώς ενδυναμούμενοι μέχρι το 1814 που με τις μηχανορραφίες τους κατόρθωσαν να πείσουν τον Πάπα Πίο Ζ' να ανακαλέσει το προηγούμενο διαλυτικό διάταγμα...

Παρασκευή 7 Αυγούστου 2020

Ποιοι και γιατί ήθελαν να τουρκέψει η Πόλη?

Πολλοί που δεν το έχουν πολυψάξει, σκανδαλίζονται όταν διαβάζουν πως μια μεγάλη μερίδα των Βυζαντινών, ίσως και η πλειοψηφία, προτιμούσαν να δουν στην Πόλη τούρκικο φακιόλι παρά παπική τιάρα. Πρέπει όμως να πούμε μερικά πράγματα για την εποχή εκείνη για να καταλάβουμε καλύτερα τα γεονότα.
Η βυζαντινο-ρωμαϊκή κοινωνία ήταν ανέκαθεν διχασμένη. Για διάφορες αιτίες και με απίστευτες προφάσεις ή αφορμές. Η τελευταία μεγάλη διαχωριστική γραμμή ήταν μεταξύ "φιλενωτικών" και "ανθενωτικών". Η διαμάχη τους κορυφωνόταν όσο η αυτοκρατορία αποδυναμώνονταν και η οθωμανική σκιά έπεφτε με ορμή πάνω απ' την Πόλη.
Η Παλαιολόγεια δυναστεία ήταν ηγέτιδα του φιλενωτικού πνεύματος. Γύρω από αυτή είχε συσπειρωθεί η ανώτερη κοινωνική τάξη και η διανόηση της εποχής. 
Γι' αυτούς εκείνο που προείχε ήταν η διάσωση του κράτους, άρα της εξουσίας και των προνομίων τους. Η μόνη ελπίδα να το πετύχουν ήταν να εξασφαλίσουν κυρίως τη στρατιωτική βοήθεια των δυτικών, που ήταν η μόνη ικανή να αναχετίσει την οθωμανική επέλεση. 
Αλλά τίποτα δεν είναι δωρεάν σε τούτη τη ζωή. Η παπική Δύση απαιτούσε ως αντάλλαγμα τη λεγόμενη Ένωση των Εκκλησιών, που στην πράξη σήμαινε υποταγή της ανατολικής Εκκλησίας στον Πάπα.
Στην αντίπερα όχθη βρίσκονταν όλα εκείνα τα καθυστερημένα στρώματα, που ζούσαν μέσα στη δυσιδαιμονία και στην αμορφωσιά, στη φτώχεια και στην αφάνεια. Όλοι αυτοί δεν είχαν τίποτα να χάσουν από την οθωμανική κυριαρχία. Αντίθετα είχαν να κερδίσουν. 
Κατ' αρχήν θα απολάμβαναν τον αφανισμό της μισητής σε αυτούς βυζαντινής αριστοκρατίας. Αφετέρου θεωρούσαν εξασφαλισμένο τον σεβασμό στη θρησκεία τους και μια σειρά από φοροαπαλλαγές που παραδοσιακά οι οθωμανοί πρόσφεραν στα κατεκτημένα βυζαντινά εδάφη. Δεν ήταν και λίγα αυτά...
Ο συνασπισμός των ανθενωτικών, που αποκήρυσσε κάθε ιδέα ένωσης με τους παπικούς, είχαν ως επικεφαλής φανατικούς καλόγερους και ορισμένους τοπικούς επισκόπους. Στις τάξεις τους είχε παρεισφρύσει και μεγάλος αριθμός εγκληματικών στοιχείων που επιδίδονταν σε απίστευτες βιαιότητες εις βάρος των ενωτικών.
Οι ανθενωτικοί δεν έδιναν δεκάρα για την επιβίωση του κράτους. Άλλωστε και το κράτος δεν έδινε δεκάρα γι' αυτούς. Ο ανθενωτισμός ήταν ένα ευρύτερο αντιστασιακό κίνημα των περιθωριοποιημένων κοινωνικών στρωμάτων που για άλλη μια φορά βρήκε ένα θρησκευτικό άλλοθι για να εδηλώσει το δυναμισμό του. 
Το ίδιο είχε συμβεί παλιότερα με τους αδικημένους πολίτες των ανατολικών επαρχειών που από αντίδραση υιοθέτησαν τον μονοφυσιτισμό και ουσιαστικά ευνόησαν την αραβική κατάκτηση των περιοχών τους.
"Απόγονοι" των ανθενωτικών μπορούν να θεωρηθούν οι παλαιοημερολογίτες του 20ού αιώνα που με όχημα ένα ψευτο-θρησκευτικό ζήτημα ουσιαστικά έδωσαν μάχη οπισθοφυλακής για να διασώσουν τον παραδοσιακό και ξεπερασμένο τρόπο ζωής που ήρθε να σαρώσει ο βενιζελισμός...