Σάββατο 28 Απριλίου 2012

Οι Καμπάνες της Κυριακής (ΚΒ')

Οι Πράξεις των Αποστόλων μάς περιγράφουν την πρώτη χριστιανική κοινότητα των Ιεροσολύμων.
Μια απ' τις ιδανικότερες κοινωνίες που γνώρισε η ανθρωπότητα: κοινοκτημοσύνη, αλληλεγγύη, αλληλοϋποστήριξη, αγάπη.
Να, όμως, που κι εκεί ξεπήδησαν τα γνωστά "ζιζάνια" της ανθρώπινης κακοδαιμονίας: το "μέσον", το συμφέρον, οι αδικαιολόγητες διακρίσεις, ο εθνικισμός, ο νεποτισμός, η λαμογιά...
Οι ντόπιοι-Ιουδαίοι χριστιανοί, που ήταν περισσότεροι κι ήλεγχαν το ταμείο, βοηθούσαν περισσότερο τις δικές τους χήρες και ορφανά, και παραμελούσαν τους ξενομερίτες χριστιανούς, τους "ελληνίζοντες" όπως τους ονομάζει η Γραφή.
Τελικά, δεν θέλει και πολύ.
Κάπως έτσι διαλύονται οι ανθρώπινες κοινωνίες...
Υ.Γ.: Παλιότερα είχαμε ασχοληθεί σε συνέχειες με την ιστορικότητα του προσώπου του Χριστού.
Σκεφτήκαμε ν' ασχοληθούμε και μ' ένα ακόμη πιο ευαίσθητο θέμα: προκύπτει απ' την Αγία Γραφή η θεότητα του Χριστού;
Όπως ξέρουμε, τόσο ο Άρειος όσο και οι μετέπειτα αρειανίζουσες αιρέσεις, όπως οι Χιλιαστές, αρνούνται τη θεότητα του Υιού.
Θα χαιρόμασταν αν εμπλουτίζατε τον προβληματισμό μας και με τα δικά σας σχόλια.

Τετάρτη 18 Απριλίου 2012

Θρησκευτικός Εθνικισμός (Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών Ι.Μ. Δημητριάδος)

Ο θρησκευτικός εθνικισμός αποτελεί το σοβαρότερο μάλλον πρόβλημα που αντιμετωπίζει η Ορθόδοξη Εκκλησία μετά την πτώση του Βυζαντίου (1453). Πρόκειται για ένα αποφασιστικό ιστορικό γεγονός που οδήγησε σε μια περίοδο εσωστρέφειας για την Ορθοδοξία, με κυρίαρχο αίτημα αυτό της επιβίωσης σε εξαιρετικά δυσμενείς και εχθρικές συνθήκες. Ορισμένες πολύ χαρακτηριστικές όψεις αυτού του προβλήματος είναι η ταύτιση Εκκλησίας και έθνους, Εκκλησίας και εθνο-πολιτισμικής ταυτότητας, Εκκλησίας και εθνικής ιδεολογίας, Εκκλησίας και κράτους και, κατά συνέπεια, η ιδέα αλλά και η πραγματικότητα των εθνικών Εκκλησιών, που υποδηλώνει, εν τέλει, την αδυναμία να σκεφτεί κάποιος την Ορθόδοξη Εκκλησία, την αποστολή και τη μαρτυρία της στον κόσμο ξέχωρα από την οπτική του έθνους και την επιμέρους εθνική ιστορία ή αφήγηση. 
Ως αποτέλεσμα αυτής της υποκατάστασης του εκκλησιαστικού κριτηρίου από το εθνικό, η Ορθόδοξη Εκκλησία γνωρίζει εδώ και δεκαετίες μια βαθύτατη διαίρεση ανάμεσα στις διαφορετικές εθνικές Εκκλησίες, ενώ καλείται να αναμετρηθεί με μια εξαιρετικά προβληματική εκκλησιολογική αντίληψη που κατανοεί την Ορθόδοξη Εκκλησία ως μια «συνομοσπονδία εθνικών Εκκλησιών».
Αυτή η ταύτιση Εκκλησίας και έθνους και ο «εθνικός» ρόλος της Εκκλησίας που απορρέει από την ταύτιση αυτή συνιστούν έναν νεωτερισμό για την Ορθόδοξη Εκκλησία που υπήρξε, για πολλούς αιώνες, η Εκκλησία της πολυεθνικής Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. 
Γενικά, μέχρι την εποχή της τουρκικής κατάκτησης (15ος-19ος αιώνας), κατά τη διάρκεια της οποίας παρατηρούνται τα πρώτα σημάδια του εθνικού αυτού ρόλου, η Ορθόδοξη Εκκλησία, παρά ή, ίσως, εξαιτίας των δεσμών της με την αυτοκρατορική εξουσία, αγνοούσε κάθε μορφής «εθνική λογική», τόσο στην εκκλησιολογική της δομή όσο και στη θεολογική αυτοσυνειδησία της. Αναλαμβάνοντας, όμως, αυτόν τον καινούργιο της ρόλο και εμπλεκόμενη στην διαμόρφωση των ιδιαίτερων εθνο-πολιτισtικών ταυτοτήτων, η Ορθόδοξη Εκκλησία όχι μόνο φαίνεται να αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα στην επιβεβαίωση της καθολικότητας, οικουμενικότητας και της εκκλησιαστικής της ενότητας, αλλά μοιάζει επίσης να έχει εγκαταλείψει τη βάση και το κριτήριο της εκκλησιολογίας της, που πάντοτε καθοριζόταν από την αρχή της τοπικής και όχι εθνικής Εκκλησίας.
    Μέσα από μια μακρά και πολύπλοκη ιστορική διαδικασία, κυρίως μετά τη δημιουργία των σύγχρονων «ορθόδοξων» κρατών, κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα, και τις πολύ πιο πρόσφατες πολιτικές εξελίξεις στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη, η Ορθόδοξη Εκκλησία φαίνεται να έχει λησμονήσει την υπερεθνική της αποστολή και τις θεμελιώδεις εκκλησιολογικές της αρχές. 
 Επιπλέον, στη συνάφεια και στο πλαίσιο μιας πολυεθνικής, πλουραλιστικής, μετανεωτερικής κοινωνίας, η Ορθοδοξία εξαντλεί το θεολογικό και πνευματικό πλούτο της πατερικής και ευχαριστιακής της παράδοσης στην ρητορική των «ταυτοτήτων» και σ’ έναν ξεπερασμένο θρησκευτικό φυλετισμό, που έρχεται σε ευθεία αντίθεση προς το κάλεσμα του Ευαγγελίου για υπερφυλετικές ή ακόμη και υπερεθνικές κοινότητες. 
Η επιμονή πολλών «ορθοδόξων» χωρών να βλέπουν την Ορθοδοξία ως μέρος της εθνικής τους ταυτότητας και του πολιτισμού τους, που σχετίζεται με τα έθιμα και τον παραδοσιακό λαϊκό πολιτισμό τους, υπονομεύει κάθε σοβαρή προσπάθεια να αντιμετωπίσει επιτέλους η Ορθοδοξία τις προκλήσεις που θέτει ο σύγχρονος κόσμος, καταδικάζοντάς την έτσι στον εγκλωβισμό στην παραδοσιαρχία, τον φονταμενταλισμό, τον κοινωνικό συντηρητισμό και αναχρονισμό, την επιστροφή στην προ-νεωτερικότητα και τις αυταρχικές δομές της πατριαρχικής κοινωνίας.
    Μήπως είναι καιρός η Ορθοδοξία να κλείσει την «παρένθεση» που άνοιξε το 1453 με την πτώση του Βυζαντίου και να επιστρέψει στην κυρίως αποστολή της που είναι ο ευαγγελισμός και η μεταμόρφωση του κόσμου, το κήρυγμα της ερχόμενης Βασιλείας του Θεού για τη σωτηρία και την αποκατάσταση ολάκερης της κτίσης; Ο ανανεωμένος θεολογικός λόγος πρέπει, πάντως, να έχει κατά νου ότι η Εκκλησία είναι πορεία προς τα Έσχατα και όχι επιστροφή στην ένδοξη και πονεμένη ιστορία του Βυζαντίου, της Τουρκοκρατίας ή της «χριστιανικής αυτοκρατορίας». 
Εάν η Εκκλησία επιθυμεί να μιλήσει στο σύγχρονο κόσμο και στους σημερινούς ανθρώπους, προκειμένου να κηρύξει το Ευαγγέλιο της Βασιλείας —και όχι στον αμετάκλητα ξεπερασμένο κόσμο του χθές— είναι επείγουσα ανάγκη να υπερβεί τον εθνοκεντρικό λόγο και να εγκαταλείψει κάθε όνειρο επιστροφής στην βυζαντινή θεοκρατία ή σε κάθε άλλη αντι-νεωτερική ρομαντική εκδοχή «χριστιανικής κοινωνίας». 
Η θεοκρατία και ο νεο-εθνικισμός, που δεν είναι τίποτε άλλο από εκκοσμικευμένες μορφές εσχατολογίας, συνιστούν το μόνιμο ιστορικό πειρασμό της Ορθοδοξίας και δεν μπορούν, για κανένα λόγο, να συνεχίσουν να είναι η πολιτική πρόταση της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Στη δίψα του σύγχρονου ανθρώπου για ζωή, η Ορθόδοξη Εκκλησία μπορεί και πρέπει να απαντήσει με τις δικές της προτάσεις, με τα δικά της «ρήματα ζωής αιωνίου» (πρβλ. Ιω. 6:68), και όχι με την συνεχή επίκληση του παρελθόντος και την προσφορά της στους αγώνες και τις περιπέτειες του έθνους. 
Γι’ αυτό το λόγο, η υιοθέτηση ενός οικουμενικού εκκλησιαστικού λόγου, απαλλαγμένου από αναφορές στο έθνος και τα σχήματα της κωνσταντίνειας περιόδου, δεν αποτελεί απλώς ένα αίτημα γνησιότητας, αυθεντικότητας και πιστότητας προς την ορθόδοξη παράδοση· είναι ταυτοχρόνως και μια απολύτως απαραίτητη και επείγουσα προϋπόθεση, ένας απαράβατος όρος, προκειμένου να εισέλθει η Εκκλησία μας στον αιώνα που ζούμε και να μην βρίσκει εύκολο και ασφαλές καταφύγιο σε προηγούμενες εποχές. 
Δίχως τούτο το στοιχείο, ούτε αληθινή και διαρκής αποκάλυψη του Θεού στην κτίση και την Ιστορία υπάρχει ούτε Εκκλησία που να προσεύχεται, να διαλέγεται και να αγωνίζεται «υπέρ της του κόσμου ζωής και σωτηρίας». Χωρίς αυτό, κάθε μήνυμα συμφιλίωσης, μετάνοιας και επανευαγγελισμού δεν θα μοιάζει παρά με ψευδαίσθηση και φενακισμό.

Κυριακή 15 Απριλίου 2012

Τι είναι για μένα Ανάσταση...

- Νίκη κατά της ανθρώπινης λογικής.
- Νίκη κατά του κοσμικού φρονήματος.
- Νίκη κατά των φυσικών νόμων.
- Υπενθύμιση πως εκτός της αισθητής υπάρχει και μια ανώτερη πραγματικότητα στην οποία καλούμαστε να συμμετέχουμε.

Σάββατο 14 Απριλίου 2012

Το όνειρο...

Το νυμφώνα Σου βλέπω
Σωτήρ μου κεκοσμημένον
και ένδυμα ουκ έχω 
ίνα εισέλθω εν αυτώ...
Είχα, λέει, μόλις πεθάνει κι ανέβαινα στον Παράδεισο.
Ο συνονόματός μου Αρχάγγελος με κράταγε απ' το χέρι και με πάγαινε σε μια αίθουσα μεγάλη και λαμπρή.
Σπρώχνω λίγο την πόρτα και τι να δω.
Πρώτο τραπέζι πίστα η αφρόκρεμα των αγίων: Γεώργιοι, Δημήτριοι, Φανούρηδες, Παρασκευές, Βαρβάρες, Κατερίνες...
"Α πα πα", λέω, "τι γυρεύω γω δω μέσα".
Ο Μιχαλάκης μ' έσπρωχνε να μπω, εγώ στήλωσα τα πόδια, τελικά επικράτησα...
"Μη με πολυζορίζεις", του λέω, "μ' αυτό το χάλι και τη λασπουριά που 'χω πάνω μου, ντρέπομαι να μπω. Άσε με δω, να τους βλέπω απ' τη χαραμάδα".
Μόλις το πα, εξαφανίζεται ο αρχάγγελος.
Κοιτάω παραμέσα και βλέπω ένα άλλο μεγάλο τραπέζι.
Εκεί ήταν μαζεμένα όλα τα ρεμάλια και τα αποβράσματα του κόσμου: ο αρχιλήσταρχος ο Μωυσής ο Αιθίοπας, η Μαρία η Αιγυπτία, ο τελώνης ο Ζακχαίος, ο Άσωτος υιός, ο ληστής που σταυρώθηκε δίπλα στο Χριστό, η πόρνη που του άλειψε τα πόδια, και χίλια δυο άλλα "μπουμπούκια".
Κι όλοι αυτοί μου 'καναν νοήματα να μπω.
Κει π' άρχιζα να ξεθαρρεύω και λύθηκαν κάπως τα πόδια μου φύσηξε η αύρα της θάλασσας, βρόντηξε το παραθυρόφυλλο και ξύπνησα.
Το λυχναράκι έκαιγε ακόμη και τα μάτια μου καρφώθηκαν στον απέναντι τοίχο.
Εκεί ήταν κάποιο καδράκι με κεντημένο ένα ρητό:
"Δεινόν η ραθυμία
Μεγάλη η μετάνοια"
Μυστήρια πράγματα...
Τέσσερις μέρες είμαι σε τούτο το δωματιάκι κι αυτό το καδράκι πρώτη φορά το βλέπω...

Τετάρτη 11 Απριλίου 2012

Ου φίλημα σοι δώσω καθάπερ ο Ιούδας...

Ακούμε αυτές τις μέρες τα τροπάρια για τον Ιούδα και το Ιουδαϊκό Συνέδριο, και νομίζουμε ότι μιλάνε για κάποιους άλλους.
Αλλά για μας χτυπά η καμπάνα...

Τετάρτη 4 Απριλίου 2012

Οι Καμπάνες της Κυριακής (ΚΑ')

Απ' το Αποστολικό Ανάγνωσμα της Κυριακής επιλέγω δύο σημεία:
Α) Ο Παύλος είναι σιδηροδέσμιος στις φυλακές της Ρώμης. Δεν ξέρει αν θα βγει ζωντανός από κει μέσα.
Κι όμως, τι γράφει στους Χριστιανούς των Φιλίππων της Μακεδονίας;
"Χαίρετε", τους λέει, και για να δώσει έμφαση επαναλαμβάνει "και ξαναχαίρετε"!
Αλήθεια, πώς μπορεί ένας μελλοθάνατος φυλακισμένος να είναι μες στην καλή χαρά και να προτρέπει και τους άλλους να είναι τρισχαρούμενοι;
Β) Κλείνοντας την επιστολή κάνει μια πολλή τολμηρή πρόταση: Ξέρω, τους λέει, πως αν σας πω να μιμηθείτε το Χριστό θα μου πείτε πως αυτό δεν γίνεται γιατί εκείνος ήταν Θεάνθρωπος. Ε, λοιπόν, σας λέω κάτι άλλο. Μιμηθείτε εμένα που είμαι 100% άνθρωπος. Κάντε, πείτε, σκεφτείτε και ζήστε όπως εγώ!
Αλήθεια, ποιος από μας θα τολμούσε να προβάλει τον εαυτό του ως πρότυπο χωρίς να κινδυνεύσει να του πετάξουν ντομάτες;