Παρασκευή 29 Ιανουαρίου 2016

Οι "Δέκα Εντολές"! (Β’ - Μην έχεις άλλους Θεούς πλην εμού)

Εκ πρώτης, ακούγεται σαν μια ομολογία πίστεως στο μονοθεϊσμό. Σαν απαγόρευση της πολυθεΐας, ειδωλολατρίας, αθεΐας και του αγνωστικισμού.
Εμβαθύνοντας όμως στη μελέτη της Βίβλου διαπιστώνω πως πρόκειται περισσότερο για εντολή "μονολατρίας" παρά "μονοθεΐας". 
Είναι εμφανής στη Βίβλο η ύπαρξη και άλλων Θεών. Που απλώς είναι πιο ανίσχυροι του Γιαχβέ.
Π.χ. στο βιβλίο της Εξόδου, λίγο πριν τη δέκατη πληγή του Φαραώ, ο Γιαχβέ υπόσχεται πως θα "ταπεινώσει και θα εκδικηθεί όλους τους Θεούς της Αιγύπτου". 
Κι οι Εβραίοι, μετά το πέρασμα της Ερυθράς, ψάλλουν το "Κανείς μεταξύ των Θεών δεν είναι σαν κι εσέ Κύριε". 
Άρα, υπάρχουν και παραϋπάρχουν πολλοί Θεοί!
Άλλωστε, ο Θεός των Εβραίων μπορεί να είναι ζηλότυπος και να μην ανέχεται τη λατρεία άλλων θεών, αλλά "μοναδικός" δεν είναι! Άσε που το όνομα του Γιαχβέ, όπως λέγαμε τις προάλλες, είναι σε πληθυντικό αριθμό και, κατά κυριολεξία, ερμηνεύεται ως "Θεοί"...
Οι Χριστιανοί ακολούθησαν το παράδειγμα των Εβραίων και ο δικός τους Θεός είναι κι αυτός πολλαπλός! Τριαδικός. 
Εδώ βέβαια μπαίνουν στο παιχνίδι και πολλές επιδράσεις του ελληνορωμαϊκού κόσμου (π.χ. η "ιερή τριάς") αλλά και του Ινδουισμού. 
Με τη χριστιανική λογική κι ο θεός των ινδουιστών είναι ένας και τριαδικός. Που εμφανίζεται με τα τρία πρόσωπα του Μπράχμαν-Βισνού-Σίλβα που αντιστοιχούν στις τρεις θείες ιδιότητες του Δημιουργού-Προστάτη-Τιμωρού...
Με την ίδια λογική, "μονοθεϊστική" θρησκεία θα μπορούσε να θεωρηθεί και η ελληνική. Όπου ο υπερ-Θεός Απόλλων, με τα αναρίθμητα επίθετα, είναι η σύνοψις του δωδεκάθεου.
Άλλωστε, ο ίδιος ο Πλούταρχος (ιερέας του Απόλλωνα) γράφει στα Ηθικά του πως "Απόλλων" σημαίνει "όχι πολλοί", δηλαδή "ένας"...

Παρασκευή 22 Ιανουαρίου 2016

Ο Κορνήλιος Καστοριάδης απομυθοποιεί τη Χριστιανική «αγάπη»... (απ’ το ιστολόγιο Ο ΥΠΝΟΒΑΤΗΣ - http://hypnovatis.blogspot.de/)

Στην ελληνική αντίληψη φιλία μόνο μεταξύ ίσων μπορεί να υπάρχει.
Υποθέστε τώρα, ότι η θεμελιώδης ηθική προτροπή σε μια κοινότητα είναι η αγάπη, όχι η ανοχή ή η λύπηση, αλλά η αγάπη των πάντων ανεξάρτητα από το τι είναι ο καθένας, επιπλέον δε, ότι πρέπει η αγάπη αυτή να επιδεικνύεται ακόμη περισσότερο, όταν το άτομο δεν αξίζει ηθικά. Σε αυτό ακριβώς έγκειται, όπως ξέρουμε, το περιεχόμενο της χριστιανικής προτροπής σε ό,τι αφορά τις ατομικές σχέσεις. 
Ο πραγματικός χριστιανικός ήρωας είναι αυτός, που μπορεί να φιλήσει τις πληγές των λεπρών ή ο Χριστός της παραβολής του Dostoevsky, ο οποίος φιλά στο στόμα τον Μέγα Ιεροεξεταστή, που μόλις του εξήγησε τις ορθολογικές φρικαλεότητες, που γνωρίζετε.
Φυσικά, δεν υπάρχει τίποτα παρόμοιο στον ελληνικό κόσμο. Η φιλία απευθύνεται στον άλλο στο βαθμό που ενσαρκώνει μια αξία, στο μέτρο που είναι καλός καγαθός, δηλαδή ένα ον «καλό και ωραίο». Όσο για τον έλεον, απευθύνεται σε όλο τον κόσμο, αλλά δεν πρόκειται για αγάπη. Είναι το γεγονός, ότι ο άλλος λαμβάνεται υπ’ όψη, η δυστυχία του μετρά και υπαγορεύει την ανάλογη δράση. Μπορεί να δείξει κανείς έλεον σε ένα λεπρό και να τον βοηθήσει χωρίς να τον αγαπά ούτε να αισθάνεται υποχρεωμένος να φιλήσει τις πληγές του.
Είναι αλήθεια, ότι βρίσκουμε στον ελληνικό πνευματικό κόσμο κάτι που σηματοδοτεί ταυτόχρονα ένα όριο και μια αλλαγή, και για το οποίο ελέχθη -κακώς- ότι προανήγγειλε το χριστιανισμό. Πρόκειται βεβαίως για τη θέση, που αποδίδει ο Πλάτων στον Σωκράτη, που προέρχεται πιθανότατα από τον Σωκράτη ως ιστορικό πρόσωπο και συνίσταται στην προτροπή του να μην απαντάς στο κακό με το κακό. Είναι προτιμότερο να υφίστασαι την αδικία παρά να τη διαπράττεις. 
Είναι όμως διαφορετικό να πεις: μην απαντάς στο κακό με το κακό, πράγμα που αφορά στη συμπεριφορά μας και εξαρτάται από εμάς, είναι, όπως λέει ο Αριστοτέλης, «εφ’ ημίν». Και είναι άλλο να λες: να αγαπάς αυτόν που σου κάνει κακό. 
Αυτή η προτροπή δεν αφορά στη συμπεριφορά, αλλά στο συναίσθημα και είναι καθ’ αυτή παράλογη, διότι κανείς δεν μπορεί να κυριαρχήσει στα συναισθήματά του. Δεν συζητώ καν για το αν πρέπει ή όχι να αγαπάμε αυτούς που κάνουν κακό. Αν θεωρήσουμε όμως τι συνεπάγεται αυτό, θα καταλήξουμε στο συμπέρασμα, ότι όσο περισσότερο ο τάδε έχει βασανίσει στο Άουσβιτς, τόσο περισσότερο θα πρέπει να αγαπηθεί! Πρόταση απολύτως απορριπτέα.
Εδώ έγκειται η διπλοπροσωπία ή η θεμελιώδης υποκρισία του χριστιανισμού. Υποκρισία όχι με την τρέχουσα, αλλά με την οντολογική έννοια. Αυτό που προτείνεται εδώ είναι ένα είδος ψευδούς απολύτου, δεδομένου ότι πρόκειται για κάτι απολύτως μη πραγματοποιήσιμο και επομένως ανύπαρκτο. 
Και ζούμε κάτω ακριβώς από την τερατώδη κυριαρχία αυτής της αδύνατης ηθικής εδώ και σχεδόν δεκαεπτά αιώνες, πράγμα που φέρνει, φυσικά, καταστροφικά αποτελέσματα, όπως ο ουσιώδης διχασμός στον εσωτερικό κόσμο των ατόμων, που ο Ηegel είχε πολύ καθαρά δει. Όταν μιλά για τη δυστυχή συνείδηση, αναφέρεται κατά μία έννοια στο χριστιανισμό, που επιβάλλει στο άτομο έναν κανόνα, στον οποίο δεν μπορεί ποτέ να υπακούσει.
Η χριστιανική ηθική καταλήγει να μεταμορφώσει το άτομο σε αιώνιο ένοχο, που παραμένει πάντοτε ανεπαρκές απέναντι στον κανόνα. Είναι ως εκ τούτου καταδικασμένο να συμβιβάζεται διαρκώς με αυτό τον κανόνα, να ζει μέσα στον κομφορμισμό και στη διπλοπροσωπία.
Όσο για το κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο, ο χριστιανισμός ξεκινά αγνοώντας το αναφανδόν: δεν μας αφορά, λένε τα ευαγγέλια, πάσα εξουσία εκ θεού, τα του Καίσαρος τω Καίσαρι (είναι η Προς Ρωμαίους Επιστολή) κ.λπ.. Έτσι καταλήγουμε αναγκαστικά σε μια σχάση, σε μια διάσπαση. Από τη μια ένας δημόσιος χώρος, θεσμισμένος, όπου ο Καίσαρ κάνει ό,τι έχει να κάνει και όπου, παρ’ όλες τις συζητήσεις περί αυτού, δεν βλέπουμε με ποιο τρόπο θα μπορούσαν να εφαρμοστούν οι κανόνες της ηθικής: ο εξομολογητής του βασιλιά μπορεί βεβαίως να του επιβάλλει μια μετάνοια επειδή διέταξε τη σφαγή μερικών χιλιάδων υπηκόων του, όμως αυτό δεν αλλάζει σε τίποτα τη νομιμότητα του βασιλιά. 
Από την άλλη, ένας ιδιωτικός χώρος, όπου ισχύει αυτή η μη πραγματοποιήσιμη προτροπή του να αγαπάς τον πλησίον σου, όποιος κι αν είναι αυτός, περισσότερο από τον εαυτό σου. Ασφαλώς, μετά τη θέσμισή του, ο χριστιανισμός απέκτησε εξαιρετική πνευματική ευρύτητα, οικειοποιούμενος μεγάλο τμήμα της αρχαίας φιλοσοφίας και των μεθόδων της, οπότε τα προβλήματα εμφανίζονται πιο επεξεργασμένα, συμπεριλαμβανομένων και των πολιτικών και ενεργοποιείται μια ολόκληρη σοφιστεία.
Όποιος αγαπά όλο τον κόσμο φυσικά δεν αγαπά κανένα. Και όποιος αγαπά αυτό που μισεί δεν μισεί τίποτα – αλλά όποιος δεν μισεί τίποτα δεν επενδύει τίποτα συναισθηματικά. Πράγμα, που οριακά είναι δυνατό, αλλά αποτελεί εξ ορισμού αποκλειστικότητα ορισμένων ατόμων, χριστιανών αναχωρητών στην έρημο ή οπαδών του βουδισμού. 
Και η ύπαρξη αυτών των περιθωριακών ατόμων, ερημιτών ή αγίων επιτρέπει ταυτόχρονα στην κοινωνία να δικαιολογείται και να ενοχοποιείται δίνοντας στον εαυτό της την απατηλή απόδειξη της δυνατότητας να πραγματωθεί το διακηρυσσόμενο ιδεώδες. Ο άγιος τάδε το καταφέρνει, άρα η ηθική μας δεν είναι παράλογη· εμείς όμως δεν έχουμε το απαιτούμενο ανάστημα, πρέπει επομένως να εξιλασθούμε, να γονυπετήσουμε, να συνεισφέρουμε στους εράνους για την ανοικοδόμηση του ιερού ναού κ.λπ. – και ταυτόχρονα, αναμφίβολα, να μάθουμε να εξαπατάμε.
Ίσως υπήρξε κάποια στιγμή στην ιστορία του χριστιανισμού, που αυτή η διπλοπροσωπία δεν είχε ακόμη εμφανιστεί: Αναφέρομαι στους δύο πρώτους αιώνες της εξάπλωσής του (τον 2ο και τον 3ο μ.Χ. αιώνα) περίοδο, για την οποία έχει κανείς την εντύπωση σε μεγάλο βαθμό, ότι αυτοί οι χριστιανοί είχαν πράγματι παραιτηθεί από την εγκόσμια ζωή και περίμεναν ανά πάσα στιγμή τη Δευτέρα Παρουσία, την επιστροφή του Χριστού επί της γης. Ως εκ τούτου, η επίγεια ζωή -συμπεριλαμβανομένης βεβαίως και της ζωής των πολιτικών θεσμών- έχανε κάθε σημασία, αφού ο Μεσσίας θα εμφανιζόταν από τη μια στιγμή στην άλλη.
Υπό αυτές τις συνθήκες, όταν τα άτομα ζουν μια ζωή, που μόνο κατ’ όνομα είναι ζωή, σε απόλυτη ετοιμότητα και με τις αποσκευές ανά χείρας για το ταξίδι στον άλλο κόσμο, είναι δυνατό να φανταστούμε εφαρμογή της χριστιανικής ηθικής που να μην αποτελεί διαρκή διπλοπροσωπία. 
Από τη στιγμή όμως που οι χριστιανοί εγκαθίστανται μόνιμα στη ζωή της κοινωνίας, και επομένως από τη στιγμή, όπου ο χριστιανισμός αναγνωρίζεται (το 313 μ.Χ., επί Κωνσταντίνου) και στη συνέχεια γίνεται η υποχρεωτική θρησκεία για όλους τους κατοίκους της Αυτοκρατορίας επί ποινή διώξεων (384, ψήφισμα του Θεοδόσιου), η διπλοπροσωπία βρίσκεται στην καρδιά της χριστιανικής θέσμισης της κοινωνίας και η κατάσταση αυτή προεκτείνεται μέχρι τις μέρες μας με τη διάσταση ανάμεσα σε ένα δικαιολογητικό λόγο και στην πραγματικότητα.

Παρασκευή 15 Ιανουαρίου 2016

Είναι ο Χριστιανισμός "καταστροφική θρησκεία"?

Υπάρχουν πολλοί λόγοι που μας επιτρέπουν να χαρακτηρίσουμε το Χριστιανισμό "καταστροφική θρησκεία".
Κατ' αρχήν καλλιεργεί στον άνθρωπο την πεποίθηση πως είναι ένα απόλυτα αδύναμο και πλήρως εξαρτημένο απ' το Θεό ον. 
Μια τέτοια νοοτροπία οδηγεί σε μια παθητική στάση ζωής. Μετατρέπει τον άνθρωπο σε "θύμα", σ' ένα είδος "κατοικίδιου" και άβουλου πλάσματος...
Ο Χριστιανισμός βρίσκεται εκτός κάθε πραγματικότητας! 
Μας αναγκάζει να συνθλιβόμαστε ανάμεσα σε φανταστικά "αίτια" και "αποτελέσματα". 
Μας αποπροσανατολίζει τροφοδοτώντας μας συνεχώς με αντιφατικά μηνύματα. Όπως, π.χ., πως ο Θεός είναι ταυτόχρονα στοργικός πατέρας και τρομερός κριτής, η απόλυτη αγάπη που συγχωρεί και η κορύφωση της δικαιοσύνης που τιμωρεί...
Κάθε αμαρτία θεωρείται προσβολή της υπόστασης του Θεού! Κι αυτός το παίρνει προσωπικά, το "φυλάει μανιάτικο", "αργεί αλλά δεν λησμονεί" κι απολαμβάνει να εκδικείται τους ανυπάκουους. 
Απαιτεί απ' τον αμαρτωλό να ταπεινωθεί, να εξευτελιστεί, να συρθεί στο χώμα προκειμένου να τον συγχωρήσει. Ο Θεός του Χριστιανισμού απολαμβάνει την εκδίκηση. Που, ως γνωστόν, είν' ένα πιάτο που τρώγεται κρύο...
Ο Χριστιανισμός αποκηρύσσει την ανθρώπινη φύση. Θεωρεί το σώμα μας "πηγή αμαρτίας", τις φυσικές ορμές "επικίνδυνους πειρασμούς", τις αμφιβολίες και τα διλήμματα του καθημερινού βίου "σκανδαλισμούς"!
 Όλες οι εκφράσεις των φυσικών ενστίκτων μας, οι βιολογικές και ψυχολογικές μας ανάγκες τίθενται υπό διωγμόν.  
Μας υποχρεώνει να διαμορφώσουμε μια ταπεινωτική εικόνα του εαυτού μας. Και το χειρότερο: προκαλεί μια συνεχή εσωτερική πάλη, έναν διαρκή πόλεμο με τα ένστικτά μας, που όποιος επιμείνει στα σοβαρά θα καταλήξει στο τρελάδικο!
Η αδυναμίας μας ν' αλλάξουμε την ανθρώπινη φύση θεωρείται απ' το Χριστιανισμό "αποτυχία"! Η ίδια η Εκκλησία μάς τσακίζει κάθε ίχνος αυτοεκτίμησης και μετά έρχεται να μας "θεραπεύσει" δήθεν απ' το πρόβλημα που η ίδια μας δημιούργησε!
Ακόμα κι η περιβόητη χριστιανική αγάπη προς τον πλησίον είναι ένα κενό σύνθημα, ένα άδειο πουκάμισο. 
Είναι απλά ένα μέσο να βελτιώσουμε την αυτοεκτίμησή μας χρησιμοποιώντας τους άλλους. Προβάλλει μια δήθεν αδιάκριτη κι επιφανειακή καλοσύνη προς όλους για να κρύψει την πλήρη αδιαφορία μας προς τον συγκεκριμένο πάσχοντα συνάνθρωπο.
Η "χριστιανική αγάπη" συχνά μετατρέπεται σε μια ψυχαναγκαστική νεύρωση, σε μια υποκριτική συμφεροντολογία ("δίνεις λίγα στην παρούσα ζωή για ν' απολαύσεις εκατονταπλάσια στη μέλλουσα"), σε μια αυτοδικαιωτική εξαπάτηση του εαυτού μας και της κοινωνίας ("δείτε πόσο ενάρετος και φιλάνθρωπος είμαι!").
Για το πώς αντιμετωπίζει την "αγάπη" η Εκκλησία, δείτε τον τρόπο που η ίδια προβάλλει το "φιλανθρωπικό" της έργο. 
Αφού παίρνει τα δικά μας χρήματα που εμείς της εμπιστευόμαστε, οικειοποιείται προκλητικά το όποιο έργο και το επικαλείται έναντι του Κράτους προκειμένου να εξασφαλίσει προνόμια, φοροαπαλλαγές, μερίδιο εξουσίας...

Σάββατο 9 Ιανουαρίου 2016

Οι παρανοϊκοί "Πατέρες" αλλοίωσαν το μήνυμα του Ιησού!

Η σκληρότητα είναι μια φυσική ιδιότητα-προδιάθεση του ανθρώπου. Η ιστορία του είδους μας είναι γεμάτη από σελίδες φρίκης και ντροπής.
Στις σύγχρονες πολιτισμένες κοινωνίες η σκληρότητα εκδηλώνεται με πιο συγκαλυμμένες μορφές. 
Π.χ. με την απαίτηση των "νυκοκυραίων" να τιμωρούνται σκληρά οι παράνομοι, να επιβάλλεται θανατική ποινή, να πετάγονται στη θάλασσα οι πρόσφυγες, να φύγουν απ' τη χώρα οι άθεοι, οι ομοφυλόφιλοι κι οι μετανάστες, οι τελευταίοι όμως ν' αφήσουν πίσω τα χέρια τους για να χτίζουν κοψοχρονιά τα σπίτια και να καλλιεργούν τα χωράφια των χριστιανών Ελληναράδων...
Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις που η σκληρότητα δεν στρέφεται προς τα έξω, αλλά γυρίζει προς τον εσωτερικό κόσμο του ανθρώπου. Παίρνει τη μορφή ενοχών, αυτοκατηγορίας, ανάληψης ευθύνης εγκλημάτων που είτε δεν έγιναν είτε δεν ευθύνεται το συγκεκριμένο πρόσωπο.
Η τελευταία περίπτωση είναι πολύ έντονη στο Χριστιανισμό. Που δεν του φτάνει που μας φόρτωσε ένα ανύπαρκτο αμάρτημα δυο ανύπαρκτων προπατόρων, κατασκεύασε κι έναν ατέλειωτο κατάλογο με απαγορεύσεις και αμαρτίες, απ' τον οποίο κανείς δεν μπορεί να ξεφύγει. Εξ ου και το περιβόητο "ουδείς αναμάρτητος"!
Και σα να μην έφτανε αυτό, μας φόρτωσε κι έναν παρανοϊκό θεό, κατ' εικόνα και καθ' ομοίωση των δημιουργών του καλογέρων, που δήθεν παρακολουθεί και καταγράφει και την παραμικρή σκέψη ή πράξη μας και είναι έτοιμος να την τιμωρήσει αμείλικτα στο όνομα δήθεν της δικαιοσύνης.
Οι παράφρονες "Πατέρες" απέδωσαν στο Θεό τις προσωπικές τους ψυχικές ωμότητες, τις δικές τους εσωτερικές ανισορροπίες, τα δικά τους κόμπλεξ και υστερίες!
Οι ίδιοι ψυχοπαθείς "Πατέρες"-καλόγεροι κατασκεύασαν και το δήθεν ιδεώδες του ασκητισμού. 
Θέλουν τη δική τους κατάθλιψη να την υψώσουν σε "θεάρεστη κατάσταση" και να μας πείσουν πως πρέπει να τους ακολουθήσουμε στο τρελάδικο, αρνούμενοι τις λίγες χαρές της ζωής, κάτω απ' τις οποίες, υποτίθεται, κρύβεται το "δηλητηριώδες κεντρί του διαβόλου".
Βέβαια, ο ίδιος ο Ιησούς κάθε άλλο παρά ασκητικά ζούσε. Και με γυναίκες μιλούσε, και σε πόρνες επέτρεπε να του κάνουν μασάζ στα πόδια, και σε φαγοπότια συμμετείχε, σε βαθμό παρεξηγήσεως, προκαλώντας εις βάρος του σχόλια πως είναι "λαίμαργος και πότης".
Άσε που σύμφωνα με το ανεπίσημο Ευαγγέλιο του Φιλίππου ο Ιησούς συζούσε με τη Μαρία τη Μαγδαληνή. Περιγράφει μάλιστα και ένα σπαρταριστό σκηνικό όπου οι μαθητές του Ιησού του κάνουν ζηλίτσες γιατί δείχνει μεγαλύτερη αγάπη κι εκτίμηση στη Μαγδαληνή παρά σε αυτούς...

Παρασκευή 1 Ιανουαρίου 2016

Το μυστήριο του Ιησού (ΙΓ’ - Ήταν ένας αποτυχημένος επαναστάτης?)

Είπαμε τις προάλλες πως ο Ιωάννης Βαπτιστής εκτελέστηκε απ' τον Ηρώδη Αντύπα, γιο του Ηρώδη του Μέγα, τετράρχη Γαλιλαίας και Περαίας. 
Και πως οι περισσότεροι μαθητές του Ιωάννη στράφηκαν προς τον Ιησού που είχε υιοθετήσει τα δυο βασικά συνθήματα του Βαπτιστή, τη "μετάνοια" και την "εγγύτητα της Βασιλείας των Ουρανών".
Όμως ο Ιησούς αποδείχτηκε μετριοπαθέστερος του Ιωάννη, προφανώς για να μην έχει την ίδια τύχη μ' εκείνον. Γι' αυτό έστρεψε κυρίως την κριτική του προς το ιερατείο του Ναού, τους Γραμματείς και τους Φαρισαίους, αφήνοντας στο απυρόβλητο την πολιτική εξουσία και τους Ρωμαίους κατακτητές.
Όταν ο Ιησούς εξασφάλισε τροφή στους 5.000 άντρες στην έρημο, παραλίγο να χάσει τον έλεγχο της κατάστασης. Ο πεινασμένος κι αγράμματος όχλος θέλησε να τον κάνει αμέσως Βασιλιά. 
Όμως ο Ιησούς έκανε μια διπλωματική κίνηση, καταφεύγοντας στους λόφους. Έτσι γλίτωσε από μεγάλους μπελάδες αλλά έχασε και μια μεγάλη ευκαιρία να ηγηθεί ενός ακόμα μαζικού επαναστατικού κινήματος.
Η απροθυμία του Ιησού να προχωρήσει σε ριζικές και αποφασιστικές κινήσεις είχαν αρνητικό αντίκτυπο στην κοινωνία και στον κύκλο των μαθητών του. Δεν αποκλείεται μάλιστα ν' άρχισε να φυλλορροεί η άτυπη οργάνωσή του.
Η δεύτερη γνωστή ευκαιρία που δόθηκε στον Ιησού ν' αποδείξει τη βασιλική και μεσσιακή του ιδιότητα δόθηκε λίγο πριν το Πάσχα κι αμέσως μετά το "θαύμα" της ανάστασης του Λαζάρου. 
Ο λαός της Ιερουσαλήμ τον υποδέχεται μετά βαΐων και κλάδων, δηλαδή ως ελευθερωτή-βασιλέα. Εκείνος προσπαθεί να καθησυχάσει τη ρωμαϊκή φρουρά ανεβαίνοντας σ' ένα ταπεινό γαϊδουράκι. Η δυναμική όμως των πραγμάτων τον παρασέρνει. 
Φτάνει στο Ναό και επιτίθεται βίαια στους εμπόρους. Γκρεμίζει τους πάγκους τους και διαλύει το εμπόρευμά τους. Κάτι τέτοιο δεν θα τολμούσε να το κάνει μόνος του ένας άνθρωπος. Ο Ναός διέθετε εκατοντάδες "αστυνόμους" κι οι έμποροι είχαν τους μπράβους τους. 
Όλοι αυτοί θα είχαν λιτζάρει τον Ιησού. Για να μην το κάνουν σημαίνει πως έλαβε χώρα ένοπλο επαναστατικό κίνημα. Και πως, για λίγες έστω ώρες, η πόλη έπεσε στα χέρια των επαναστατών. Μέχρι που επενέβη η ρωμαϊκή φρουρά και διέλυσε τους ανοργάνωτους επαναστάτες, συλλαμβάνοντας τον επικεφαλής του κινήματος, δηλαδή τον Ιησού. 
Η τιμωρία του με σταυρικό θάνατο ήταν αυτονόητη βάσει του ρωμαϊκού νόμου.