Όπως έχουμε ξαναπεί, ο χριστιανισμός δεν προσέφερε τίποτε καινούργιο στην ανθρωπότητα. Απλά, ανακύκλωσε όσα κυκλοφορούσαν ευρέως στην ευρύτερη γεωγραφική περιοχή της Μέσης Ανατολής, τα οποία συχνά κατακρεούργησε και αλλοίωσε, προσπαθώντας να τα κόψει στα μέτρα και στις ανάγκες του για απόλυτη πολιτική και κοινωνική κυριαρχία.
Χαρακτηριστικό, π.χ., είναι το παράδειγμα του φιλοσοφικού και θρησκευτικού όρου "Λόγος". Στην Εβραϊκή Βίβλο "λόγος" είναι το μέσο με το οποίο ο Θεός επικοινωνεί με τον άνθρωπο. Αυτός που γεφύρωσε το τεράστιο χάσμα μεταξύ τους ήταν ο Μωσαϊκός Νόμος, που αποκάλυπτε το άσαρκο θείο θέλημα.
Στον Ηράκλειτο, που συνατάμε έντονες ανατολικές επιδράσεις, "λόγος" είναι η συνεκτική δύναμη των πραγμάτων, η λογική αρχή που διέπει τα πάντα.
Ο Πλάτωνας συσχετίζει το Λόγο με την επιστήμη και τη διάνοια. Ουσιαστικά τον ταυτίζει με τη Θεία Σοφία.
Ο Αριστιοτέλης του δίνει τον ορισμό της λογικής ικανότητας και μάλλον τον ταυτίζει με τον Νου ως μεταφυσική έννοια.
Οι Στωικοί φαίνεται πως άσκησαν εντονότερη επίδραση στους χριστιανούς. Γιατί απ' αυτούς "κλέφτηκε" η έννοια του Λόγου ως αρχή που δημιούργησε τα πάντα, ως υλική αρχή και αιτία των αμετάβλητων νόμων της φύσης.
Ο Φίλων διατυπώνει την άποψη πως ο Λόγος προέρχεται απ' τον Θεό και είναι Υιός του. Είναι η ανώτερη ιδέα, η "εικόνα" του Θεού.
Ένας δεύτερος όρος που οι χριστιανοί κετέκλεψαν ήταν ο "Υιός του Θεού".
Όλες οι αρχαίες φυσιοκρατικές θρησκείες απέδιδαν λατρεία σε "ημίθεους", δηλαδή σε "υιούς" κάπου Θεού ή Θεάς.
Στην Εβραϊκή Βίβλο ο όρος συναντιέται με δύο έννοιες. Κατ' αρχάς "Υιοί Θεού" αποκαλούνται όλοι οι ισραηλίτες, ως πρωτόκος και εκλεκτός λαός-υιός του Γιαχβέ. Αργότερα όμως "Υιοί Θεού" αποκαλούνται κυρίως οι Προφήτες, τα εκλεκτότερα δηλαδή τέκνα του Ισραήλ, μέσω των οποίων ο Θεός γνωστοποιεί το θέλημά του και ελέγχει τις αμαρτίες βασιλέων και απλών πιστών.
Και κλείνουμε με τον όρο "Μεσσίας", που επίσης υιοθέτησε και κατάπιε αμάσητον ο Χριστιανισμός.
Κατ' αρχάς πρέπει να τονίσουμε πως σε όλο τον τότε γνωστό κόσμο, από την ανατολική μεσόγειο ως τις ακτές της Κίνας, υπήρχε έντονη η προσδοκία της έλευσης ενός Λυτρωτή που θα απελευθέρωνε τους ανθρώπους απ' τα βάσανα της ζωής τους, τις συμφοριές, τις αρρώστιες και τον θάνατο. Η παράδοση αυτή σώζεται σε όλες τις ασιατικές φιλοσοφικές και θρησκευτικές κοινότητες αλλά και σε διαλόγους του Πλάτωνα, σε τραγωδίες όπως Προμηθέας Δεσμώτης κ.λπ.
Εντονότερα όμως την έλευση του Μεσσία ανέμεναν οι Ιουδαίοι. Αλλά κι αυτοί διαφωνούσαν για τα χαρακτηριστικά του. Άλλοι τον έβλεπαν σαν έναν εθνικό απελευθερωτή που θα δημιουργούσε μια παγκόσμια ιουδαϊκή βασιλεία. Άλλοι έδιναν μια πιο πνευματική και εσωτερική εκδοχή κ.λπ. Αλλά οι πάντες συμφωνούσαν πως ο Μεσσίας θα ήταν 100% άνθρωπος, σίγουρα χαρισματικός και εκλεκτός του Θεού, αλλά μέχρι εκεί!
Και η πλειοψηφία των πρώτων Χριστιανών δεν τολμούσε καν να ταυτίσει τον Ιησού-Υιό με τον Θεό-Πατέρα. Η απαίσια και βλάσφημη απόδοση στον Ιησού της θεϊκής ιδιότητας είναι μεταγενέστερη και επιβλήθηκε τον 4ο αιώνα.