Στα πρώτα αποστολικά χρόνια το βασικό γνώρισμα των χριστιανών ήταν τα κοινά δείπνα που πρόσφεραν οι κοινότητές τους, που τις ονόμαζαν "αγάπες". Ήταν συγκεντρώσεις σε σπίτια πλούσιων χριστιανών που γινόντουσαν προσευχές, κήρυγμα και τελετουργική μίμηση του Δείπνου του Κυρίου με κλάση άρτου και μετάληψη οίνου, που προσφερόταν χωριστά, όπως διασώζει μέχρι σήμερα η δυτική εκκλησία.
Στο τέλος του θρησκευτικού μέρους της συγκέντρωσης, οι παρευρισκόμενοι πιστοί συμμετείχαν σε υλικό δείπνο, με εδέσματα που είχαν αγοραστεί και μαγειρευτεί από προσφορές εξεχόντων πιστών ή και από κοινά περιουσιακά στοιχεία της κοινότητας. Έτσι εφάρμοζαν και στην πράξη τη διακηρυγμένη αρετή της αγάπης και ελεημοσύνης.
Φυσικά, αντιλαμβάνεστε τι συνέβαινε στην πραγματικότητα. Καθώς σε πρώτη φάση οι χριστιανικές κοινότητες ήταν ανοιχτές, κάθε φουκαράς της περιοχής, και δεν ήταν καθόλου λίγοι, έσπευδαν να δειπνήσουν. Έκαναν λίγη υπομονή μέχρι να τελειώσουν οι ψαλμουδιές και τα μπλα-μπλα και μετά έπεφταν στο... ψητό.
Γενικά, όσα συνέβαιναν στις "χριστιανικές αγάπες" δεν ήταν καθόλου κολακευτικά για την κοινότητα. Και γρήγορα άρχισε ο τσακωμός και οι διαφωνίες. Κάποιοι πλούσιοι χριστιανοί προσπαθούσαν να αποφύγουν τις περιττές δαπάνες, άλλοι θύμωναν που όλα τα βάρη έπεφταν πάνω τους, κάποιοι φανατικοί δεν ήθελαν να συμμετέχουν οι μη Ιουδαίοι... Συνέβησαν πολλά παρατράγουδα και εκτροχιασμοί, γι' αυτό και ο θεσμός της "αγάπης" δεν φτούρησε και σύντομα καταργήθηκε στην πράξη.
Μια πολύ πικραμένη ιστορία ήταν η όλη οικονομική διαχείριση στις χριστιανικές κοινότητες. Το ιδανικό ήταν κάθε νέο μέλος να πουλάει όλα τα υπάρχοντά του και να αποδίδει το ποσό στους οικονομικούς διαχειριστές της. Αυτό δεν ήταν υποχρεωτικό μεν, αλλά όσοι δεν το τηρούσαν θεωρούνταν "ατελείς" και αντιμετώπιζονταν ως χριστιανοί δεύτερης κατηγορίας.
Η απάρνηση της ιδιοκτησίας ήταν μια έκφραση ενθουσιασμού και εμπιστοσύνης στο Θεό και στην ικανότητα της χριστιανικής κοινότητας να καλύπτει τις βασικές ανάγκες των μελών της. Κάπως έτσι, οι κατά τόπους χριστιανικές εκκλησίες απέκτησαν τεράστιες περιουσίες. Έχτισαν τεράστιους και πολυτελείς ναούς και εξασφάλισαν την άδεια των ρωμαϊκών αρχών να κατασκευάσουν ιδιόκτητα κοιμητήρια, τις γνωστές "κατακόμβες", που λειτουργούσαν απολύτως νόμιμα και φανερά, κι όχι κρυφά όπως ψευδώς ισχυρίζονται σήμερα.
Όλα αυτά όμως προκαλούσαν εσωτερικές έριδες, σκάνδαλα και διαφωνίες. Ήδη μετά την εποχή του Διοκλητιανού ο αρχικός ενθουσιασμός είχε χαθεί και σχεδόν κανένας πλούσιος δεν ήταν διατεθειμένος να προσφέρει την περιουσία του στο κοινό ταμείο της Εκκλησίας. Οπότε τη λύση την έδωσαν οι χριστιανοί αυτοκράτορες του 4ου αιώνα και εξής, που άνοιξαν τον κρατικό κορβανά και εκταμίευσαν τεράστια ποσά για τη συντήρηση και ισχυροποίηση της Εκκλησίας!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου