Τα παλιά χρόνια στην τοποθεσία που σήμερα λέγεται "40 καλογέροι" υπήρχε ένα μοναστήρι πλούσιο, ακμαίο και με μεγάλη κοινωνική και πνευματική προσφορά.
Σ' αυτό ζούσαν 40 καλόγεροι.
Κάποιο απογευματάκι, κι ενώ τα καλογέρια κάθονταν στο προαύλιο του μοναστηριού, πέρασε ψηλά ένα κοπάδι πουλιών.
"Περιστέρια είναι!", είπε ένας.
"Στραβός είσαι;", είπε ο άλλος, "κοράκια είναι!".
"Γιατί τον λες στραβό; Αφού περιστέρια είναι", είπε τρίτος.
"Όχι, κοράκια είναι!", πετάχτηκε ο τέταρτος.
Με τον τρόπο αυτό μπήκαν στον καυγά όλοι, και χωρίστηκαν σε δύο παρατάξεις.
Ο καυγάς άναψε, οι καλόγεροι ήρθαν στα χέρια, και σκοτώθηκαν μεταξύ τους.
Μόνο δύο γλύτωσαν, κι αυτοί εγκατέλειψαν το μοναστήρι που 'γινε το φονικό και πήγαν σε διαφορετικά μοναστήρια ο καθένας.
Τα χρόνια πέρασαν, κι οι καλόγεροι ανταμώθηκαν τυχαία σε μια ερημική βρύση, γεροντάκια πλέον.
Αναγνωρίστηκαν.
"Πόσο καλά περνούσαμε στο μοναστήρι μας!", είπε ο ένας.
"Ναι", είπε ο άλλος, "ας όψονται εκείνα τα παλιοπερίστερα!"
"Τι; Πιστεύεις ακόμα πως ήταν περιστέρια; Κοράκια ήταν!", είπε ο άλλος.
Στη διαφωνία τους πιάστηκαν στα χέρια κι αλληλοσκοτώθηκαν κι αυτοί...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου