Τετάρτη 18 Απριλίου 2012

Θρησκευτικός Εθνικισμός (Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών Ι.Μ. Δημητριάδος)

Ο θρησκευτικός εθνικισμός αποτελεί το σοβαρότερο μάλλον πρόβλημα που αντιμετωπίζει η Ορθόδοξη Εκκλησία μετά την πτώση του Βυζαντίου (1453). Πρόκειται για ένα αποφασιστικό ιστορικό γεγονός που οδήγησε σε μια περίοδο εσωστρέφειας για την Ορθοδοξία, με κυρίαρχο αίτημα αυτό της επιβίωσης σε εξαιρετικά δυσμενείς και εχθρικές συνθήκες. Ορισμένες πολύ χαρακτηριστικές όψεις αυτού του προβλήματος είναι η ταύτιση Εκκλησίας και έθνους, Εκκλησίας και εθνο-πολιτισμικής ταυτότητας, Εκκλησίας και εθνικής ιδεολογίας, Εκκλησίας και κράτους και, κατά συνέπεια, η ιδέα αλλά και η πραγματικότητα των εθνικών Εκκλησιών, που υποδηλώνει, εν τέλει, την αδυναμία να σκεφτεί κάποιος την Ορθόδοξη Εκκλησία, την αποστολή και τη μαρτυρία της στον κόσμο ξέχωρα από την οπτική του έθνους και την επιμέρους εθνική ιστορία ή αφήγηση. 
Ως αποτέλεσμα αυτής της υποκατάστασης του εκκλησιαστικού κριτηρίου από το εθνικό, η Ορθόδοξη Εκκλησία γνωρίζει εδώ και δεκαετίες μια βαθύτατη διαίρεση ανάμεσα στις διαφορετικές εθνικές Εκκλησίες, ενώ καλείται να αναμετρηθεί με μια εξαιρετικά προβληματική εκκλησιολογική αντίληψη που κατανοεί την Ορθόδοξη Εκκλησία ως μια «συνομοσπονδία εθνικών Εκκλησιών».
Αυτή η ταύτιση Εκκλησίας και έθνους και ο «εθνικός» ρόλος της Εκκλησίας που απορρέει από την ταύτιση αυτή συνιστούν έναν νεωτερισμό για την Ορθόδοξη Εκκλησία που υπήρξε, για πολλούς αιώνες, η Εκκλησία της πολυεθνικής Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. 
Γενικά, μέχρι την εποχή της τουρκικής κατάκτησης (15ος-19ος αιώνας), κατά τη διάρκεια της οποίας παρατηρούνται τα πρώτα σημάδια του εθνικού αυτού ρόλου, η Ορθόδοξη Εκκλησία, παρά ή, ίσως, εξαιτίας των δεσμών της με την αυτοκρατορική εξουσία, αγνοούσε κάθε μορφής «εθνική λογική», τόσο στην εκκλησιολογική της δομή όσο και στη θεολογική αυτοσυνειδησία της. Αναλαμβάνοντας, όμως, αυτόν τον καινούργιο της ρόλο και εμπλεκόμενη στην διαμόρφωση των ιδιαίτερων εθνο-πολιτισtικών ταυτοτήτων, η Ορθόδοξη Εκκλησία όχι μόνο φαίνεται να αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα στην επιβεβαίωση της καθολικότητας, οικουμενικότητας και της εκκλησιαστικής της ενότητας, αλλά μοιάζει επίσης να έχει εγκαταλείψει τη βάση και το κριτήριο της εκκλησιολογίας της, που πάντοτε καθοριζόταν από την αρχή της τοπικής και όχι εθνικής Εκκλησίας.
    Μέσα από μια μακρά και πολύπλοκη ιστορική διαδικασία, κυρίως μετά τη δημιουργία των σύγχρονων «ορθόδοξων» κρατών, κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα, και τις πολύ πιο πρόσφατες πολιτικές εξελίξεις στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη, η Ορθόδοξη Εκκλησία φαίνεται να έχει λησμονήσει την υπερεθνική της αποστολή και τις θεμελιώδεις εκκλησιολογικές της αρχές. 
 Επιπλέον, στη συνάφεια και στο πλαίσιο μιας πολυεθνικής, πλουραλιστικής, μετανεωτερικής κοινωνίας, η Ορθοδοξία εξαντλεί το θεολογικό και πνευματικό πλούτο της πατερικής και ευχαριστιακής της παράδοσης στην ρητορική των «ταυτοτήτων» και σ’ έναν ξεπερασμένο θρησκευτικό φυλετισμό, που έρχεται σε ευθεία αντίθεση προς το κάλεσμα του Ευαγγελίου για υπερφυλετικές ή ακόμη και υπερεθνικές κοινότητες. 
Η επιμονή πολλών «ορθοδόξων» χωρών να βλέπουν την Ορθοδοξία ως μέρος της εθνικής τους ταυτότητας και του πολιτισμού τους, που σχετίζεται με τα έθιμα και τον παραδοσιακό λαϊκό πολιτισμό τους, υπονομεύει κάθε σοβαρή προσπάθεια να αντιμετωπίσει επιτέλους η Ορθοδοξία τις προκλήσεις που θέτει ο σύγχρονος κόσμος, καταδικάζοντάς την έτσι στον εγκλωβισμό στην παραδοσιαρχία, τον φονταμενταλισμό, τον κοινωνικό συντηρητισμό και αναχρονισμό, την επιστροφή στην προ-νεωτερικότητα και τις αυταρχικές δομές της πατριαρχικής κοινωνίας.
    Μήπως είναι καιρός η Ορθοδοξία να κλείσει την «παρένθεση» που άνοιξε το 1453 με την πτώση του Βυζαντίου και να επιστρέψει στην κυρίως αποστολή της που είναι ο ευαγγελισμός και η μεταμόρφωση του κόσμου, το κήρυγμα της ερχόμενης Βασιλείας του Θεού για τη σωτηρία και την αποκατάσταση ολάκερης της κτίσης; Ο ανανεωμένος θεολογικός λόγος πρέπει, πάντως, να έχει κατά νου ότι η Εκκλησία είναι πορεία προς τα Έσχατα και όχι επιστροφή στην ένδοξη και πονεμένη ιστορία του Βυζαντίου, της Τουρκοκρατίας ή της «χριστιανικής αυτοκρατορίας». 
Εάν η Εκκλησία επιθυμεί να μιλήσει στο σύγχρονο κόσμο και στους σημερινούς ανθρώπους, προκειμένου να κηρύξει το Ευαγγέλιο της Βασιλείας —και όχι στον αμετάκλητα ξεπερασμένο κόσμο του χθές— είναι επείγουσα ανάγκη να υπερβεί τον εθνοκεντρικό λόγο και να εγκαταλείψει κάθε όνειρο επιστροφής στην βυζαντινή θεοκρατία ή σε κάθε άλλη αντι-νεωτερική ρομαντική εκδοχή «χριστιανικής κοινωνίας». 
Η θεοκρατία και ο νεο-εθνικισμός, που δεν είναι τίποτε άλλο από εκκοσμικευμένες μορφές εσχατολογίας, συνιστούν το μόνιμο ιστορικό πειρασμό της Ορθοδοξίας και δεν μπορούν, για κανένα λόγο, να συνεχίσουν να είναι η πολιτική πρόταση της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Στη δίψα του σύγχρονου ανθρώπου για ζωή, η Ορθόδοξη Εκκλησία μπορεί και πρέπει να απαντήσει με τις δικές της προτάσεις, με τα δικά της «ρήματα ζωής αιωνίου» (πρβλ. Ιω. 6:68), και όχι με την συνεχή επίκληση του παρελθόντος και την προσφορά της στους αγώνες και τις περιπέτειες του έθνους. 
Γι’ αυτό το λόγο, η υιοθέτηση ενός οικουμενικού εκκλησιαστικού λόγου, απαλλαγμένου από αναφορές στο έθνος και τα σχήματα της κωνσταντίνειας περιόδου, δεν αποτελεί απλώς ένα αίτημα γνησιότητας, αυθεντικότητας και πιστότητας προς την ορθόδοξη παράδοση· είναι ταυτοχρόνως και μια απολύτως απαραίτητη και επείγουσα προϋπόθεση, ένας απαράβατος όρος, προκειμένου να εισέλθει η Εκκλησία μας στον αιώνα που ζούμε και να μην βρίσκει εύκολο και ασφαλές καταφύγιο σε προηγούμενες εποχές. 
Δίχως τούτο το στοιχείο, ούτε αληθινή και διαρκής αποκάλυψη του Θεού στην κτίση και την Ιστορία υπάρχει ούτε Εκκλησία που να προσεύχεται, να διαλέγεται και να αγωνίζεται «υπέρ της του κόσμου ζωής και σωτηρίας». Χωρίς αυτό, κάθε μήνυμα συμφιλίωσης, μετάνοιας και επανευαγγελισμού δεν θα μοιάζει παρά με ψευδαίσθηση και φενακισμό.

8 σχόλια:

ο δείμος του πολίτη είπε...

Αφήνεις έξω από την προσέγγισή σου βασικά ιστορικά και πολιτικά δεδομένα. Ας θυμίσουμε τον κατ' αρχήν εξουσιαστικό ρόλο κάθε θρησκείας και την άμεση διασύνδεσή της με το κυρίαρχο οικονομικό και πολιτικό μοντέλο.

Παράλληλα, αφήνεις έξω το κομμάτι εκείνο που θέλει την Εκκλησία αντίθετη με κάθε εθνική ιδέα. Η Εκκλησία ιδεολογικά ποτέ δεν είδε με καλό μάτι τις εθνικές ιδέες και ιδιαίτερα τη δημιουργία ενός εθνικούς κράτους, επειδή ακριβώς υποτάσσονταν σε έναν δοσίλογο/διορισμένο πατριάρχη με απαρχαιωμένες ιδεολογικές ταυτότητες (πολυεθνική αυτοκρατορική αντίληψη).
Γενικώς η Εκκλησία πάντα στέκονταν συντηρητικά σε αλλαγές, ειδικά κοινωνικές. Όταν ήρθε η νεωτερικότητα η Εκκλησία ακολουθούσε το φεουδαλικό μοντέλο (όπως κι όταν στο Βυζάντιο ήταν να έρθει ο φεουδαλισμός ακολουθούσε το παλαιότερο οικονομικό-κοινωνικό μοντέλο, όπως εκφράστηκε μέσα από τη σύγκρουση της Εικονομαχίας).
Η Εκκλησία άρχισε να λειτουργεί με εθνικό χαρακτήρα ουσιαστικά στα τέλη του ΙΘ΄ αιώνα, αλλά με πολλά κενά (πχ ήταν υπέρ της Μεγάλης Ιδέας του ΙΘ΄ αιώνα, αλλά εναντίον της τον Κ΄αιώνα όπως την εξέφραζε ο Βενιζέλος). Αργότερα έγινε ισχυρότατος υπέρμαχος του αστικού κράτους με έντονη εθνικιστική προπαγάνδα (είχε ήδη πειστεί ότι τη συμφέρει η προπαγάνδα του Παπαρηγόπουλου) και στράφηκε κατά της ΕΣΣΔ και του σοσιαλισμού/αριστερών (κάτι που δεν έκανε ποτέ νωρίτερα). Και η δικαιολογία ήταν μεν ο αθεϊσμός, που όμως προϋπήρχε, με κύριο αίτιο τη στήριξη του καπιταλισμού στη χώρα.

Ασκαρδαμυκτί είπε...

Η χριστιανική θρησκεία και εκκλησία δεν μπορεί να εξουσιάζει, με την κοσμική έννοια.
Η εντολή του Ευαγγελίου είναι σαφής: δεν εξουσιάζουμε αλλά διακονούμε, δεν επιδιώκουμε να γίνουμε πρώτοι αλλά έσχατοι.

Η χριστιανική εκκλησία υπερβαίνει κάθε εθνικισμό όχι λόγω "δοσιλογισμού" των πατριαρχών της αλλά λόγω της παγκοσμιότητας του μηνύματός της.
Οι "εθνικές εκκλησίες" είναι χριστιανική διαστροφή. Επί Βυζαντίου και οθωμανικής αυτοκρατορίας μόνο κατ' επίφασιν καταδικαζόταν ο εθνοφυλετισμός. Στην πραγματικότητα υπήρχε ρωμαίικο μονοπώλειο.

Η εμπλοκή της Εκκλησίας στις εθνικές και κοινωνικοπολιτικές διαμάχες αποτέλεσε και αποτελεί ένα ακόμα δείγμα της παρακμής της.

ο δείμος του πολίτη είπε...

Θα μείνουμε στη θεολογική θεωρία ή θα δούμε την πράξη και την ιστορία για να εξάγουμε συμπεράσματα;

Ασκαρδαμυκτί είπε...

Η ιστορία διδάσκει πως ό,τι πιάνουν στα χέρια τους οι ιδιωτελείς άνθρωποι το καταστρέφουν.
Κι αυτό δεν ισχύει μόνο στις θρησκείες αλλά παντού: δημοκρατία, συνδικαλισμός, αυτοδιοίκηση, συνεταιρισμός κλπ

ο δείμος του πολίτη είπε...

δηλαδή η Ορθόδοξη Εκκλησία ειναι ιδιοτελής;

Ασκαρδαμυκτί είπε...

Ιδιοτελής δεν είναι η Εκκλησία αλλά η άνθρωποι, κι αυτοί είτε από άγνοια είτε από πώρωση.
Σου θυμίζω πως στο Μυστικό Δείπνο, λίγο πριν τη σταύρωση, οι μαθητές του Ιησού τσακώνονταν ποιος θα πάρει το καλύτερο υπουργείο στη Βασιλεία των Ουρανών...

ο δείμος του πολίτη είπε...

Ρε πούστη μου, δεν μπορούμε να μιλήσουμε σοβαρά, πάλι στην πλάκα τογ γύρισες... Την καλημέρα μου :)

Ασκαρδαμυκτί είπε...

Είδες;
Είμαι χορατατζής!